γράφει ο

Γιώργος Καρανίκας

 

Οι «ομιχλώδεις» σελίδες της ιστορίας του Έθνους μας είναι γεμάτες απονιά.

 

Βέβαια μαθαίνεις να ταξιδεύεις με μπούσουλα το παρελθόν, σε έναν τόπο, που μπορεί οι 360 μέρες του χρόνου να πυρακτώνονται από το λιοπύρι, όμως από τις χιλιάδες σελίδες ιστορίας του, τις μισές τις τυλίγει η καταχνιά…

 

Τι συναντάς;

 

Από τότε που δημιουργήθηκε τούτη η πατρίδα μέχρι σήμερα όλοι αυτοί που πέρασαν και δραγούμισαν τούτο τον τόπο, θυμήθηκε άραγε κάποιος από αυτούς το οικτρό τέλος αγωνιστών του ’21, που έδωσαν τις περιουσίες τους, τα προνόμιά τους, που ρήμαξαν τη ζωή τους για να παγωνίζουν οι όρνιθες των καιρών μας;

 

Πόσοι από τους ηγέτες της Ελληνικής Επανάστασης έκλεισαν τα μάτια τους ήσυχοι σε ένα καθαρό κρεβάτι; Ελάχιστοι!

 

Οι περισσότεροι κυνηγήθηκαν από εχθρούς και- κυρίως- φίλους, συκοφαντήθηκαν, ρίχτηκαν σε μπουντρούμια σαν προδότες και στο τέλος- αφού γλύτωσαν το σπαθί του Οθωμανού- πέθαναν από το στομωμένο μαχαίρι του «δικού» ή από την ανέχεια και τις κακουχίες.

 

Μακρύς ο πρόλογος, μακρύς και ο κατάλογος των δύστυχων ηρώων, που έζησαν πολέμαρχοι και πέθαναν συντρίμμια.

 

Και μέσα στον χαλασμό των καιρών οι πρόσφυγες που ήρθαν από την Ανατολή αναζητώντας έστω δια της βίας μια νέα πατρίδα, τι βίωσαν;

 

Το προσφυγικό θέμα πέρασε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και για πολλούς μήνες απορρόφησε μεγάλο μέρος της συνολικής αρθρογραφίας τους.

 

Οι δημοσιογράφοι της εποχής, ωστόσο, δυσκολεύονταν να συνειδητοποιήσουν τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής.

 

Έτσι, οι εφημερίδες στη Μακεδονία, πρώτα στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια και στα άλλα αστικά κέντρα, προέβαλαν αποσπασματικές εικόνες από την έλευση των προσφύγων και, φυσικά, στέκονταν επικριτικά απέναντι στο κράτος. 

 

Η πρώτη εικόνα που παρουσίαζαν οι πρόσφυγες και η οποία περνούσε στις στήλες των εφημερίδων, ήταν η αθλιότητα της διαβίωσής τους κατά την άφιξή τους στην Ελλάδα.

 

Μέχρι να ορθοποδήσουν είχαν απέναντί τους μια Ελλάδα ή καλύτερα ένα σύστημα εξουσίας που άλλοτε τους έβλεπε σαν ψηφοφόρους – πρόβατα κι άλλοτε σαν …παρίες!

 

Το ζήτημα της εγκατάστασης και της στέγασης ήταν εκρηκτικό.

 

Ο Τύπος πρότεινε πολλές λύσεις, συχνά αλληλοσυγκρουόμενες.

 

Άλλοτε διαπίστωνε ότι δεν υφίσταται επιμελητεία για την περίθαλψή τους και ζητούσε από τους πρόσφυγες να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, άλλοτε πρότεινε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με τη σύσταση αρχής που θα ενεργούσε

 

άμεσα και χωρίς τις καθυστερήσεις από τη συναρμοδιότητα υπουργείων και την άμεση εγκατάσταση των προσφύγων σε τουρκικά χωριά της Μακεδονίας.

 

Μάλιστα, έφθανε στο σημείο να προτείνει τη στέγαση των προσφύγων στα κτίρια των μονών του Αγίου Όρους και στα κτήματα των μοναστηριών της μακεδονικής υπαίθρου.

 

Και όλοι αυτοί οι ταλαίπωροι άνθρωποι εγκαταστάθηκαν και έκαναν την γη γόνιμη και την καλλιέργησαν και ανάστησαν οικογένειες και παιδιά, πάντα έχοντας απέναντί τους …άπονες εξουσίες.

 

Ήρθε το ’40 και όλοι μαζί πρόσφυγες και ντόπιοι έγιναν ένα και πολέμησαν μαζί για την ίδια πατρίδα και νίκησαν.

 

Πέρασαν Κατοχή σκληρή με την ύπαιθρο να στηλώνει τους κατοίκους των αστικών κέντρων, αλλά και διχόνοια με τον εμφύλιο και μετά άντε πάλι να χτίσουμε μια νέα Ελλάδα, και πάλι με μια άθλια απάθεια από τις εξουσίες.

 

Μετανάστευση, φτώχεια και μέσα από αυτή σκληρή βιοπάλη για να αναστηθεί η χώρα μέσα από την γη την οποία δεν άφησαν ποτέ οι Έλληνες της υπαίθρου.

 

Αυτή τη γη που ευλόγησε την ζήση των ανάδελφων, σήμερα κάποιοι την έχουν απαξιώσει και συνεχίζουν να ξεχνούν ότι από εκεί ξεκίνησαν όλα.

 

Σήμερα οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι είναι στα μπλόκα ζητώντας το αυτονόητο.

 

Λίγο αέρα να ανασάνουν, να πάρουν οξυγόνο για να συνεχίσουν να βρίσκονται στα χωράφια και στα βοσκοτόπια.

 

Και τι έχουν απέναντί τους; Άπονες εξουσίες που δεν ξέρουν να χωρίσουν …δυο γαϊδουριών άχυρο!

 

Με επικοινωνιολόγους να τους σέρνουν σε μονοπάτια δύσβατα, νομίζοντας ότι όλοι θα ξεχάσουν με τα παραμύθια που τους αραδιάζουν.

 

Κρίμα. Η ιστορία δεν τους δίδαξε τίποτε! Κουμπούρες!