Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο λόγος σήμερα είναι για τη Θεσσαλονίκη που είθισται το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτώβρη να έχει την τιμητική της. Σ’ αυτήν την αναφορά θα ξεκινήσω με το «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.» του Μανώλη Αναγνωστάκη. Σαν να μην πέρασε μια μέρα από το ’69 μέχρι το 2015. Η Θεσσαλονίκη αρκέστηκε σε όλο αυτό το διάστημα στον κατ’ ευφημισμόν ρόλο της Συμπρωτεύουσας, στην ουσία όμως «Δευτερεύουσας». Ξέρετε ότι το «δεύτερος» είναι οδυνηρό, καθ’ όσον υπάρχει πάντα ο πρώτος. Είναι ωστόσο και ανακουφιστικό, καθώς όλοι οι άλλοι ακολουθούν.

 

Μ’ αυτήν την πραγματικότητα η Θεσσαλονίκη εξοικειώθηκε σε όλη την ιστορική διαδρομή της και ενόσω δινόταν η δυνατότητα να διαδραματίσει ηγεμονικό ρόλο στα Βαλκάνια και στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα, περιοριζόταν στο να μεμψιμοιρεί και να αρκείται στο να αναπτύσσεται ανατολικά και δυτικά, συμπιέζοντας γεωγραφικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς χώρους της Επικράτειάς μας. 

 

Αυτό αναπότρεπτα το συνδέω με το θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών. Διότι αυτόν τον ηγεμονικό ρόλο στα Βαλκάνια εξασφαλίζει η συμφωνία και αφήνει θετικό αποτύπωμα ως ιστορική κατάθεση.

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προφανώς δεν έχουμε πάθει αυτοκτονικό ιδεασμό, ώστε να ενσπείρουμε τον διχασμό στον κόσμο της Μακεδονίας και κατ’ επέκταση της χώρας. Είμαστε κόμμα και ξέρετε πολύ καλά ότι τα κόμματα λειτουργούν με στόχευση πολυσυλλεκτική. Όταν, λοιπόν, πήραμε αυτήν την απόφαση, οδηγηθήκαμε από έναν και μόνο γνώμονα, την ανάληψη της ιστορικής ευθύνης με απόλυτη συναίσθηση του χρέους προς τις επερχόμενες γενιές. Κλείνω αυτήν την παρένθεση.

 

Εισαγωγικά, σε σχέση με το συζητούμενο νομοσχέδιο θα ήθελα να επισημάνω την απίστευτης ελαφρότητας καταγγελία της Αντιπολίτευσης που συμπυκνώνεται στη λέξη «αργήσατε». Αργήσατε, μας λέτε, να καταθέσετε το εν λόγω σχέδιο νόμου. Τα σαράντα και πλέον χρόνια μεταπολιτευτικής απραξίας και στα πολιτιστικά τα εξισώνετε με τα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησής μας. Ένα μηδενικό λείπει. Είναι αυτό το μηδενικό των σαράντα χρόνων διακυβέρνησης από τα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που ήθελαν τη Θεσσαλονίκη να είναι πάντα δευτερεύουσα: Το ανέκδοτο -γιατί περί ανεκδότου πρόκειται- του Μετρό της Θεσσαλονίκης, το μεγάλο πάρτι διασπάθισης του δημόσιου χρήματος σχετικά με το αλήστου μνήμης φιάσκο της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, ο κατάλογος των χαμένων ευκαιριών του να καταστεί η Θεσσαλονίκη μητρόπολη του πολιτισμού στα Βαλκάνια είναι ανοικτός.

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έρχομαι στο προς ψήφιση νομοσχέδιο. Στην αντίστοιχη Επιτροπή μας, το σχέδιο νόμου συζητήθηκε εξαντλητικά με ιδιαίτερα εποικοδομητική διάθεση σε τέσσερις συνεδριάσεις. Εκτιμώ ότι στην Ολομέλεια έρχεται ένα πλήρες κείμενο, η ψήφιση του οποίου θα αποτελέσει σταθμό στα πολιτιστικά δρώμενα της Βορείου Ελλάδας, με απήχηση και εξακτίνωση όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη.

 

Σε ό,τι αφορά τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, τα σημαντικότερα ζητήματα που τέθηκαν κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων, απαντήθηκαν επαρκώς, πιστεύω, από την αρμόδια Υπουργό, η οποία επέφερε αλλαγές και τροποποιήσεις, όπου αυτό κρίθηκε αναγκαίο. Τα σημαντικότερα ζητήματα που αναδείχθηκαν κατά τη διαδικασία των συνεδριάσεων της Επιτροπής ήταν η έκταση, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου, η βιωσιμότητα του νέου Οργανισμού σε σχέση και με τους πόρους του, τα κριτήρια και οι διαδικασίες επιλογής των οργάνων διοίκησης, ο αλγόριθμος κατανομής μέρους των εσόδων του Οργανισμού στις επιμέρους επιχειρησιακές του μονάδες, η λειτουργικότητα της διοικητικής δομής και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων, το θέμα της ΥΦΑΝΕΤ και τέλος η κριτική της καθυστέρησης. Στο τελευταίο θέμα, την κριτική καθυστέρησης, ήδη αναφέρθηκα.

 

Η συνένωση που προωθεί σήμερα το Υπουργείο Πολιτισμού σέβεται απόλυτα την ιστορία του κάθε φορέα, τον χαρακτήρα του και τις ιδιαιτερότητές του. Ας μην ξεχνούμε ότι μιλούμε για ανεκτίμητες συλλογές με προεξέχουσα τη Συλλογή Κωστάκη, η οποία θα αποτελέσει το κόσμημα του νέου φορέα, πλαισιωμένη φυσικά από τις άλλες σημαντικότατες συλλογές σύγχρονης τέχνης τόσο του Μακεδονικού όσο και του Κρατικού Μουσείου και του Ιδρύματος «Άλεξ Μυλωνά».

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα πρότεινα στα Μουσεία και στους χώρους του πολιτισμού η Ελλάδα να οξυγονώνεται. Αυτήν την πραγματικότητα, αυτό το ζητούμενο καλύπτει εν προκειμένω το προς ψήφιση νομοσχέδιο. Μέσα από τη συλλειτουργία εξαιρετικών πολιτιστικών κυττάρων δίνεται η δυνατότητα, ώστε η Θεσσαλονίκη να αποκτήσει έναν πολιτιστικό πνεύμονα, ο οποίος τελικά θα βρίσκεται στη διάθεση όχι μόνο του μακεδονικού χώρου, αλλά στη διάθεση όλου του ελλαδικού χώρου και πέραν αυτού. Και αυτό διότι εμβληματικά η Συλλογή Κωστάκη είναι μια παγκόσμια κατάθεση στη νεωτεριστική έκφραση των εικαστικών της ρωσικής πρωτοπορίας της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης, σημερινής Ρωσίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω πως δεν αντέχουν οι ανούσιες αντιπολιτευτικές κορώνες και οι μεμψίμοιρες επισημάνσεις που κατατέθηκαν από τους συναδέλφους της Αντιπολίτευσης. Δεν αντέχουν τελικά στη σοβαρότητα του συγκεκριμένου νομοθετικού εγχειρήματος, αλλά και στην κρισιμότητα των στιγμών. Ευχαριστώ.