γράφει ο 

Κώστας Παπακοσμάς

 

Τέτοιες μέρες πριν 94 χρόνια, την 11η Νοεμβρίου το 1924, είχαμε την εξέγερση των καπνεργατών στην Καβάλα. Εξέγερση που «πνίγηκε» στο αίμα. Νεκροί, τραυματίες και μια στρατοκρατούμενη πόλη, άφησαν πίσω τους τα επεισόδια, που οδήγησαν όμως στην δικαίωση του αγώνα των καπνεργατών με την απαγόρευση της εξαγωγής ανεπεξέργαστων καπνών από το Λιμάνι της Καβάλας. Ήταν μία σελίδα της τοπικής ιστορίας που σφραγίστηκε με αίμα. 

 

Οι καπνεργάτες αντέδρασαν βίαια στις ενέργειες ενός καπνεμπόρου, του Γρηγοριάδη, που προσπάθησε να εξάγει ανεπεξέργαστα καπνά. Την εποχή εκείνη, στην Καβάλα, την Μέκκα του Καπνού, λειτουργούσαν σχεδόν 160 καπνομάγαζα στα οποία δούλευαν χιλιάδες καπνεργάτες που επεξεργάζονται τα χωρικά καπνά πριν αυτά εξαχθούν στο εξωτερικό. Η δουλειά ήταν σκληρή, όμως για την Καβάλα, όπου δεν υπάρχουν άλλοι πόροι, ήταν η δουλειά από την οποία ζούσε το σύνολο σχεδόν των κατοίκων της.

 

Η Καβάλα ως πρώτη περιοχή καπνοκαλλιέργειας στα Βαλκάνια 

Πριν αναφερθούμε στα τραγικά γεγονότα της 11 Νοεμβρίου 1924 θα περιγράψουμε, περιληπτικά την ιστορία του καπνού, της καπνοκαλλιέργειας και της καπνεργασίας στην Καβάλα. Ο καπνός ως φυτό εισήχθη στη Βαλκανική χερσόνησο τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, περί το 1630, πρώτα στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και έπειτα στις υπόλοιπες περιοχές της επικράτειας. Η καλλιέργεια του συγκεκριμένου φυτού αποτέλεσε μια προσοδοφόρο απασχόληση, εξαιτίας κυρίως των ειδικών χαρακτηριστικών που είχε η περιοχή.

 

Έτσι, θεωρείται πως η αναλογία μικρού κλήρου στους γαιοκτήμονες, οι ευνοϊκές, κλιματολογικές συνθήκες, δηλαδή το ξηρό κλίμα και η αρδευτική δυναμική περιοχών όπως η Μακεδονία, καθώς και η υπερπροσφορά εργασίας γύρω από τον καπνό σε συνδυασμό με την ανάγκη για υψηλό βαθμό επεξεργασίας του παραγόμενου προϊόντος, άρα εργατικά χέρια, αποτέλεσαν τις κυριότερες αιτίες για την ευδοκίμηση του συγκεκριμένου είδους.

 

Η εργασία στα καπνά, στις ελεύθερες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, μετά από το 1912 και το 1919, αποτέλεσε για την πλειοψηφία του ανειδίκευτου, εργατικού δυναμικού μια σημαντική προοπτική, με σταθερές, εισοδηματικές απολαβές και τη δυνατότητα μόνιμης εγκατάστασης στις πλούσιες περιοχές της κυρίως καλλιέργειάς του.

 

Οι πρόσφυγες αποτέλεσαν τα «καύσιμα» για την «ατμομηχανή» του καπνεμπορίου 

Δεν πρέπει, όμως να λησμονήσουμε, παρατηρώντας την εξέλιξη της καλλιέργειας του καπνού, πως εκείνο το γεγονός, το οποίο έδωσε την αποφασιστικότερη ώθηση στην εν λόγω καλλιέργεια δεν ήταν άλλο από την ολέθρια για το Έθνος Μικρασιατική καταστροφή και τη μεταφορά χιλιάδων προσφύγων στον ελληνικό χώρο. Αυτοί θα συνιστούν για τα επόμενα έτη την «ατμομηχανή» της ολοένα αυξανόμενης, αγροτικής παραγωγής και δη, αυτής της καλλιέργειας του καπνού, συνεισφέροντας στην ανάδειξη της ελληνικής παραγωγής, ως ηγετικής στην περιοχή των Βαλκανίων αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης.

 

Καθώς η παραγωγή εξελισσόταν, γινόταν κατανοητό από την πλευρά των παραγωγών πως η επεξεργασία της σοδειάς απαιτεί όχι μόνο μεγάλους χώρους με ειδικές προϋποθέσεις αλλά και τρόπους μείωσης του κόστους παραγωγής. Σημειωτέον δε, ότι από το συνολικό κόστος καλλιέργειας του καπνού μεγάλο ήταν κόστος απασχόλησης, κάνοντας ξεκάθαρο ότι η τοποθέτηση των επιχειρήσεων κοντά σε λιμενικούς σταθμούς και μεγάλες πόλεις μπορούσε νε επιφέρει τη μείωση του κόστους μεταφοράς και να εξασφαλίσει μεγαλύτερη ταχύτητα στη διακίνηση του προϊόντος προς τις βιομηχανίες καπνού και τους λιανοπωλητές. Με αυτά τα δεδομένα η Καβάλα γρήγορα αναδείχτηκε το σημαντικότερο, διακομιστικό κέντρο καπνού, εισάγοντας την πόλη σε μια περίοδο σημαντικής ανάπτυξης. 

 

Ταυτόχρονα, οι εταιρείες επεξεργασίας, οι οποίες πλήθαιναν χρόνο με το χρόνο, επένδυσαν σε μεγάλους και ειδικούς χώρους για την αποθήκευση και την προετοιμασία του καπνού. Έτσι, ιδρύονται και λειτουργούν καπνεργοστάσια, τα οποία απασχολούν πλήθος καπνεργατών. Οι τελευταίοι συρρέουν στην πόλη της Καβάλας, κατά χιλιάδες, ειδικά στη διάρκεια της περιόδου συγκομιδής, αναζητώντας εργασία στις πολυάριθμες μονάδες. Οι οικογένειες Ναλμπάντη, Φέσα, Φώσκολου, Τζιμούρτου κατασκεύασαν τις πρώτες καπναποθήκες στις συνοικίες γύρω από το λιμάνι της Καβάλας, κτίρια τα οποία σώζονται ως σήμερα.

 

Οι πρακτικές των καπνέμπορων για μείωση των λειτουργικών εξόδων 

Οι καπνεργάτες αρχίζουν πλέον να αριθμούν μόνο στην περιοχή της Καβάλας αρκετές χιλιάδες. Το επάγγελμα γνωρίζει μεγάλη άνθηση. Όμως, η ανάγκη για μείωση του κόστους θα αποτελέσει την αιτία για την πρώτη πτώση στον αριθμό των απασχολούμενων εργατών, ενώ η πρακτική των προσλήψεων, γυναικών εργατριών με πολύ χαμηλότερα ημερομίσθια θα οδηγήσει στην εξελισσόμενη συρρίκνωση του κλάδου. 

Άλλωστε τα γεγονότα του 1924, 1927 , 1928, 1933 και 1936, με τις σφοδρές συγκρούσεις των καπνεργατών, τους νεκρούς και τις σημαντικές καταστροφές των περιουσιών και των αστικών περιοχών, οδήγησαν στην περιθωριοποίηση της τάξης των καπνεργατών και το σημαντικό περιορισμό των κεκτημένων δικαιωμάτων τους.

 

Τα γεγονότα

Το 1924 η ενέργεια του καπνέμπορου Γρηγοριάδη που προσπάθησε να εξάγει καπνά χωρίς να έχουν υποστεί επεξεργασία ήταν η θρυαλίδα για την εξέγερση, κλείστικαν στα καπνομάγαζα οι καπνεργάτες ενώ Χωροφυλακή και στρατός ..υπεράσπιζαν τα συμφέροντα του καπνεμπόρου.

Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ, με τίτλο «Κομμουνιστικαί Ταραχαί εν Καβάλα». Γράφει η εφημερίδα: «Αιματηρά Συμπλοκή Μετά Χωροφυλάκων και Στρατιωτών. Επίσημον τηλεγράφημα εκ Καβάλας αναγγέλει ότι κατόπιν αποπείρας του καπνεμπόρου κ. Γρηγοριάδου όπως εξαγάγη ανεπεξέργαστα καπνά και της επεμβάσεως κομμουνιστών καπνεργατών, όπως εμποδίσωσιν την φόρτωσιν, επήλθε συμπλοκή μεταξύ χωροφυλάκωνκατά την οποίαν εφονεύθη ο ανθυπομοίραρχος Σκαλιδάκης και ετραυματίσθησαν ο ταγματάρχης Σταυριανός και τρεις στρατιώτες δια λήθων. Ετραυματίσθησαν επίσης πολλοί καπνεργάται εκ των πυροβολισμών των χωροφυλάκων και των στρατιωτών. Επεκράτησε καθ όλην την πόλιν πανικός. Η αγορά τρομοκρατηθείσα έκλεισε και οιπολίται έσπευδον να κλεισθώσιν εντός των οικιών των, κλείοντες τα παράθυρα.Μόλις την εσπέραν αποκατέστη η τάξις και οι κάτοικοι αναθάρρησαν».