γράφει ο

Βασίλης Λωλίδης

(δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ)

 

Στο άκουσμα του ονόματος «Καππαδοκία», σχεδόν συνειρμικά, έρχονται στο νου εικόνες που συνδυάζουν τη θρησκευτικότητα, τη μοναστική ζωή και τον Ελληνισμό, όλα βαλμένα σε ένα τοπίο σπάνιας γεωμορφολογίας και φυσικής ομορφιάς. Σε αυτόν τον ιδιαίτερο και ξεχωριστό τόπο με την πλούσια και πολυσήμαντη ιστορία, οι Έλληνες Καππαδόκες άφησαν έντονο το στίγμα τους, μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924.

 

 

 

Η επετειακή συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τον βίαιο εκπατρισμό χιλιάδων ανθρώπων από τις πατρογονικές τους εστίες και η εγκατάστασή τους στις νέες πατρίδες σε ολόκληρη σχεδόν την ελληνική επικράτεια, αναπόφευκτα γεννούν μνήμες που στην πραγματικότητα δεν έσβησαν ποτέ. Αυτές οι μνήμες παραμένουν ακόμα ζωντανές, εκατό χρόνια μετά, χάρη στα ανεκτίμητης αξίας θρησκευτικά και πολιτιστικά κειμήλια, που έφεραν μαζί του οι πρόσφυγες. Κειμήλια που διασωθήκαν, κάνοντας ένα μακρύ και επίπονο ταξίδι, όπως οι κάτοχοι τους, διασχίζοντας βουνά και θάλασσες, για να φτάσουν σήμερα να αποτελούν τους μάρτυρες μιας πλούσιας σε πολιτισμό περιοχής, της Καππαδοκίας. Εκεί, όπου άνθησε ο Χριστιανισμός και γέννησε σημαντικές προσωπικότητες (Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος από τη Ναζιανζό, Αγ. Γρηγόριος Νύσσης, Αγ. Βασίλειος ο Μέγας) που συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της θεολογικής σκέψης της Ορθόδοξης εκκλησίας.

 

Ανεκτίμητα κειμήλια φορτωμένα μνήμες

 

Ένα μικρό μέρος των ανεκτίμητων κειμηλίων, που για χρόνια φυλάσσονται στο Κέντρο Καππαδοκικών Μελετών στη Νέα Καρβάλη του δήμου Καβάλας, εκτίθενται για πρώτη φορά στη νέα πτέρυγα του αρχαιολογικού μουσείου Καβάλας, στο πλαίσιο περιοδικής έκθεσης, με τίτλο «Η Καππαδοκία των ζώντων μνημείων - Η ιερά σκεύη των μοναστηριών της Καρβάλης (Γκέλβερι)».

 

Μπροστά στα μάτια του επισκέπτη ξεδιπλώνεται ολόκληρη η μακραίωνη ιστορία της Καππαδοκίας. Ταυτόχρονα, έχει την μοναδική ευκαιρία να θαυμάσει από κοντά ανεκτίμητης αξίας θρησκευτικά κειμήλια, όπως λειτουργικά βιβλία, εικόνες, λειτουργικά σκεύη, ιερατικά άμφια, ξυλόγλυπτες σφραγίδες για πρόσφορα, υφαντά χαλιά, προσωπικά αντικείμενα. Όλα, απομεινάρια της πάλαι ποτέ λαμπρής θρησκευτικής και πνευματικής ζωής των Ελλήνων προσφύγων της Καππαδοκίας, που διατηρούν άσβεστη τη μνήμη στο νου και την καρδιά των απογόνων τους.

 

 

Η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας - Θάσου, Σταυρούλα Δαδάκη, μιλώντας στα εγκαίνια της έκθεσης έκανε μια πολύ ενδιαφέρουσα αναδρομή στη μακρά και πολύπλοκη ιστορία της Καππαδοκίας, που ξεκινά από τη δεύτερη περίπου χιλιετία με την αυτοκρατορία των Χετταίων, ενώ η ονομασία της για πρώτη φορά μαρτυρείται από τον Ηρόδοτο.

 

Η χριστιανική κληρονομιά της Καππαδοκίας

 

«Ο Χριστιανισμός έφτασε στην πλήρως εξελληνισμένη Καππαδοκία τον 1ο αιώνα μ.Χ.», υπογράμμισε η κ. Δαδάκη και συνέχισε: «σύμφωνα με την παράδοση, οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος επισκέφτηκαν την περιοχή και κήρυξαν το ευαγγέλιο. Παρά τις αντιστάσεις από τις τοπικές ρωμαϊκές αρχές, που θεωρούσαν τη νέα θρησκεία ως απειλή, ο Χριστιανισμός συνέχισε να εξαπλώνεται. Από τον 3ο αιώνα μ.Χ. η Καππαδοκία έγινε προπύργιο της χριστιανικής πίστης. Πολλές από τις πρωτοχριστιανικές κοινότητες ιδρύθηκαν σε απομακρυσμένες περιοχές, σε κοιλάδες και σπηλιές, όπου εκεί ασκούνταν η πίστη χωρίς τον φόβο των διωγμών».

 

Από τα πιο σημαντικά στοιχεία της χριστιανικής κληρονομιάς της Καππαδοκίας, ενταγμένες από το 1985 στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, είναι οι αρχαίες εκκλησίες, πολλές από τις οποίες ιδρύθηκαν κατά την περίοδο του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Λαξευμένες στον μαλακό ηφαιστειακό βράχο της περιοχής, διακρίνονται για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική τους και για τον έως και σήμερα σωζόμενο διάκοσμό τους από τοιχογραφίες και ψηφιδωτά. Η Καππαδοκία όμως φιλοξενεί και αναρίθμητα μοναστήρια. Συχνά χτισμένα σε απόμερες τοποθεσίες, όπως στις κορυφές των βράχων ή στα βάθη των κοιλάδων, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη χριστιανική ιστορία της περιοχής.