Σε ηλικία 91 ετών έφυγε από την ζωή το πρωί της Παρασκευής (07/06) η αγαπημένη ηθοποιός, Δέσποινα Στυλιανοπούλου.

 

Τη δυσάρεστη είδηση έκανε γνωστή η ανιψιά της, Άννα Στυλιανοπούλου, με ανάρτησή της στο Instagram.

 

 

Η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, μια εξαιρετική ηθοποιός που αν και έπαιξε στο θέατρο σε δράματα, πρόζα και επιθεώρηση, αγαπήθηκε ξεχωριστά από τους κινηματογραφικούς της ρόλους. 

 

Οι περισσότεροι την έχουμε ταυτίσει με τον αξεπέραστο ρόλο της “επαρχιώτισσας υπηρέτριας”. Οι ατάκες της, δοσμένες με τον μοναδικό δικό της τρόπο, διασκέδασαν γενιές και γενιές και έχουν μείνει αξέχαστες.

 

Η αγαπημένη Ελληνίδα ηθοποιός τον τελευταίο καιρό νοσηλευόταν σε ιδιωτική κλινική αποκατάστασης και η οικογένειά της είχε εκδώσει σχετική ανακοίνωση για το εύθραυστο της υγείας της.

 

Ποια είναι η Δέσποινα Στυλιανοπούλου

 

Η Δέσποινα Στυλιανοπούλου γεννήθηκε το 1937 στη Μεσσήνη. Σπούδασε φωνητική στο Ελληνικό Ωδείο και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Δημήτρη Ροντήρη. Παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. 

 

Το 1959, εμφανίστηκε με το Πειραϊκό Θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη στην τραγωδία «Ηλέκτρα». Συνέχισε να παίζει στο θέατρο, σε έργα πρόζας, αλλά και σε επιθεωρήσεις.

 

Στον κινηματογράφο έκανε την πρώτη της εμφάνιση το 1961 στην πολεμική ταινία της Έλλης Νεζερίτη «Ο Ξένος της Νύχτας». Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε σε ένα μικρό ρόλο στην ταινία «Η Αλίκη στο Ναυτικό» του Αλέκου Σακελλάριου. Στη συνέχεια, καθιερώθηκε σε κωμικούς ρόλους και ιδιαίτερα στον τυποποιημένο ρόλο της υπηρέτριας που, αν και δεύτερος, καθόριζε την επιτυχία της ταινίας.

 

Χαρακτηριστικό είναι πως στην πρώτη της ταινία την προόριζαν για το ρόλο μιας σέξι νεαρής που θα ξελόγιαζε τον άντρα της Χριστίνας Σύλβα. Όμως εκείνη διάβασε το σενάριο και της έκανε…. κλικ ο ρόλος της υπηρέτριας, αν και είχε μόνο τρεις ατάκες. 

 

Έτσι πήγε στον παραγωγό και του ζήτησε να παίξει εκείνον το ρόλο «Δεν θέλω να γίνω πρωταγωνίστρια, δεν θέλω να γίνω σέξι-γούμαν. Εγώ θα κάνω την υπηρέτρια και θα της δώσω και όνομα», έχει πει σε συνέντευξη. Και είχε προσθέσει: «Έφτιαξα, λοιπόν, τη Σταυρούλα και ο σεναριογράφος κάθε μέρα μέχρι να τελειώσει η ταινία πρόσθετε ρόλο. Ώσπου στο τέλος η υπηρέτρια έγινε πρωταγωνίστρια! Την επόμενη μέρα είχα απ’ έξω απ’ το σπίτι μου άλλα 17 σενάρια για ρόλους υπηρέτριας!».

 

Έπαιξε, δίπλα στους σπουδαιότερους πρωταγωνιστές του κινηματογράφου, σε περισσότερες από 100 ταινίες, κάτι, που όπως λέει η ίδια, αποτέλεσε μεγάλο σχολείο. Από το 1973 υπήρξε κατά περιόδους θιασάρχης στο θέατρο “Αυλαία” στον Πειραιά. Μάλιστα το 1967 γύρισε 12 διαφορετικές ταινίες μέσα σε 12 μήνες. 

 

Γι’ αυτό εκείνο το έτος ήταν η χρονιά της. «Αυτό ήταν το παράσημό μου, ο πλούτος και η επιβράβευσή μου», έχει πει.

 

Το 2012 κυκλοφόρησε βιβλίο με στιγμές από τη ζωή της με τον τίτλο «Ηθοποιός αμέσου δράσεως» (εκδόσεις Τετράγωνο). Την περίοδο 2013-’14 πρωταγωνιστεί στο έργο «Οίκος Ευγηρίας» στο θέατρο Ορφέας.

 

 

 

 

Η προσωπική της ζωή

 

Όπως λέγεται, η Δέσποινα Στυλιανοπούλου έζησε έναν μεγάλο έρωτα με τον παραγωγό και σκηνοθέτη Κώστα Καραγιάννη. Μάλιστα, πολλοί υποστήριξαν πως ότι συνεργαζόταν αποκλειστικά με την εταιρεία του για πολλούς στάθηκε εμπόδιο για την εξέλιξή της. 

 

Η ιστορία αυτή με τον Κώστα Καραγιάννη έφτασε σε αδιέξοδο όταν εκείνη έμαθε πως εκείνος όχι μόνο ήταν παντρεμένος στη Γαλλία, αλλά είχε και παιδί .

 

Τελικά έκανε έναν γάμο με τον ηθοποιό και τραγουδιστή Πέτρο Μήλα. Όπως έγραψε η ίδια στη βιογραφία της: «Ένα πρωί που έφτασα στο μαγαζί “Πρόσωπο” για γύρισμα ένας άντρας –μάλλον ωραίος, με μουστακάκι άσχημο, στριφτό σαν του Νταλί, με γυαλιά μαύρα–, με το που με είδε στην πίστα να χορεύω και να τραγουδάω το τραγούδι από την ταινία Ταξιτζού ρώτησε την Αποστόλου που συμπτωματικά δούλευε εκεί: “Ποια είναι αυτή;”. Ύστερα από τη γνωριμία μας η Ρένα Ντάλμα παρακάλεσε τον Κώστα Καραγιάννη που σκηνοθετούσε στο “Καλουτά” το έργο Για μένα, για σένα, για όλους να πάρει την ίδια και τον Πέτρο να λένε ένα τραγούδι στην παράσταση…

 

Σε αυτή την παράσταση μόλις έφευγε ο Μήλας από τη σκηνή εγώ έμπαινα από την ίδια κουίντα. Κάθε βράδυ μου έλεγε κάπως δειλά: “Πότε θα βγούμε μαζί;”». Μετά από καιρό πήγα στο κέντρο όπου τραγουδούσε. Με το που μπήκα εκείνος τραγουδούσε. 

 

Μόλις με είδε η κοπέλα του μαγαζιού άρχισε να με ραίνει με λουλούδια και εκείνος έλεγε το ρεφρέν από το τραγούδι του Κόκοτα Δεν το μπορείς όσο κι αν θες να με ξεχάσεις…

 

Αυτό το ρεφρέν μάς ένωσε με τα δεσμά του γάμου και ίσως να μας δένει ακόμη, και ας ζούμε χώρια… Ο χωρισμός ήταν σκληρός και έγινε οριστικός με την υπογραφή ενός χαρτιού που σήμαινε το τέλος μιας αγάπης. 

 

Ο καθένας πήρε το δρόμο του, που άλλες φορές ήταν φωτισμένος και άλλες σκοτεινός. Ευτυχώς ο πατέρας μου, που πάντα με στήριζε, μου έλεγε: “Μήπως, παιδί μου, αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν τελικά για σένα;”»

 

πηγή: news247.gr