γράφει ο

Τάσος Αποστολίδης

 

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η κοινή γνώμη είναι συνήθως μοιρασμένη στα δύο. Από τη μία οι καταναλωτές θέλουν να δουν στην πόλη τους υποκατάστημα αλυσίδας με φθηνά προϊόντα, από την άλλη οι καταστηματάρχες βλέπουν το «μεγάλο ψάρι» ως απειλή για τη βιωσιμότητα των δικών τους οικογενειακών επιχειρήσεων.

 

Κάπως έτσι είναι τα πράγματα με την έλευση στην Καβάλα του «LC WAIKIKI». Η τουρκική εταιρία ενδυμάτων και υποδημάτων στο χώρο του λεγόμενου «fast fashion» άρχισε να αναπτύσσεται και στην Ελλάδα με γρήγορους ρυθμούς.

 

Το επικείμενο άνοιγμα υπερκαταστήματος στο κέντρο της Καβάλας προκαλεί αγωνία στον εμπορικό κόσμο και η κατάσταση θυμίζει την έλευση των Ζάρα στην Καβάλα πριν από αρκετά χρόνια, στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.

 

Η ψυχολογία στην αγορά είναι και τώρα παρόμοια, με τη διαφορά ότι τότε το κλίμα ήταν πολύ διαφορετικό αφού είχε αναπτυχθεί μεγαλύτερη «πολεμική».

 

Το ίδιο και με την αλυσίδα των Public ή πολύ παλιότερα του Μαρινόπουλου

 

 

Πολλοί όροφοι, πολλά τετραγωνικά

 

Το κατάστημα της LC Waikiki που ετοιμάζεται για να λειτουργήσει μετά την άνοιξη ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερο από αυτό της Zara, αφού θα αναπτυχθεί στο κτίριο που παλιότερα στέγαζε την κλινική «Μητέρα», τα "ηλεκτρικά Πασχαλίδη", τις υπηρεσίες του ΙΚΑ κ.α.

 

Πρόκειται για ένα κτίριο «πάνω» στην κεντρική πλατεία της πόλης, με ισόγειο και τρεις επιπλέον ορόφους που αθροίζουν περί τα 1.400 τ.μ. και κτιριακές προσόψεις στις οδούς Ομονοίας, Δραγούμη και Φιλώτα.

 

 

Η απόπειρα των H&M για το ίδιο κτίριο

 

Στο ίδιο κτίριο, την περίοδο 2017-2018 ετοιμαζόταν να εγκατασταθεί η αλυσίδα ειδών ένδυσης και υπόδησης, H&M, τα σχέδια της οποίας άλλαξαν μετά τις τεράστιες καθυστερήσεις στην πολεοδομία κι έτσι το κτίριο έμεινε έκτοτε ανοίκιαστο.

 

Και τότε, πάντως, η απόπειρα για υπερ-κατάστημα ρούχων δεν είχε γίνει δεκτή με καθόλου καλό μάτι από την τοπική αγορά και το θέμα είχε απασχολήσει και το δημοτικό συμβούλιο.

 

 

Παλιά ιστορία οι «διαρροές»

 

Η ωμή πραγματικότητα όμως λέει ότι ήδη εδώ και χρόνια πολλοί Καβαλιώτες μεταβαίνουν στην Ξάνθη ή τη Θεσσαλονίκη για αγορές από τα H&M ή τα LC Waikiki, όπως έκαναν και παλιότερα, πριν ανοίξουν τα Zara.

 

 

«Να αγχωθούν όσοι είναι στην ίδια κατηγορία»

 

Αν κάποιος θέλει να αγοράσει από αυτή την κατηγορία ρούχων, θα βρει τρόπο. Είτε με επίσκεψη σε κοντινή πόλη, είτε διαδικτυακά.

 

Η κατηγορία του «φθηνού ρούχου» είναι ένα κεφάλαιο από μόνη της.

 

Υπάρχουν και οι τοπικοί επαγγελματίες που δεν αισθάνονται απειλή από την έλευση ενός ακόμη φθηνού brand γιατί θεωρούν ότι δραστηριοποιούνται σε άλλη ποιοτική και σχεδιαστική κατηγορία.

 

 

«Φθηνότερα από τα Ζάρα τα ρούχα της τουρκικής αλυσίδας»

 

«Αν κάποιοι θα έπρεπε να αισθάνονται άγχος αυτοί είναι σίγουρα στην ανταγωνίστρια πολυεθνική» λέει έμπορος της πόλης στο KavalaNews εξηγώντας ότι τα Waikiki είναι πολύ φθηνότερα προϊόντα και θυμίζουν τις πολύ χαμηλότερες τιμές της Zara όταν το brand ξεκινούσε την πορεία του στην Ελλάδα.

 

 

Θυμάστε το πιθηκάκι;

 

Η LC Waikiki ιδρύθηκε το 1988 στη Γαλλία από τρεις φίλους που έφτιαξαν ένα νέο brand, χωρίς να έχουν εξοπλισμό, δίνοντας παραγγελίες για ραφή ρούχων σε τρίτους.

 

Το όνομα της εταιρίας συνδύασε τότε τα αρχικά «LC» (Les Copains = οι φίλοι, στα γαλλικά) και το όνομα της διάσημης παραλίας Γουακίκι στη Χαβάη.

 

Η εταιρία είχε γίνει γνωστή από τα κοντομάνικα μπλουζάκια και τα φούτερ ή τις πετσέτες θαλάσσης με σήμα έναν χαμογελαστό πίθηκο.

 

 

Η παραγωγή στην Ελλάδα και ο έξυπνος Τούρκος ράφτης

 

Μέρος της παραγωγής τότε γινόταν στην Ελλάδα. Κυρίως η εκτύπωση πάνω σε υφάσματα.

 

Κάποια στιγμή, μια μεγάλη παραγγελία για 10.000 μπλούζες δόθηκε σε μια μικρή τουρκική επιχείρηση, την Tema Tekstil. Το ένα συμβόλαιο ακολούθησε το άλλο… μέχρι που κάποια στιγμή, ο «ράφτης» αγόρασε το brand και η εταιρία πέρασε σε τουρκικά χέρια το 1997.

 

Από το 2000 και μετά άρχισε η ανάπτυξη καταστημάτων λιανικής στην Τουρκία και η εταιρία γιγαντώθηκε. Το 2009 έκανε το πρώτο βήμα για κατάστημα στο εξωτερικό, ανοίγοντας σημείο στη Ρουμανία.

 

Ένας κολοσσός που «απειλεί» γνωστές πολυεθνικές

 

Σήμερα έχει ξεπεράσει τα 1.200 καταστήματα, σε περισσότερες από 50 χώρες, σε 4 ηπείρους, απασχολώντας συνολικά περισσότερα από 50.000 άτομα.

 

Τα κεντρικά της γραφεία είναι στην Κωνσταντινούπολη.

 

Στην Ελλάδα ήρθε το 2018, ανοίγοντας το πρώτο της κατάστημα στην Ξάνθη, μέσα στο εμπορικό κέντρο Flamingo. Η παρουσία της εκεί προσέλκυσε και πολλούς Καβαλιώτες. Άλλωστε δεν ήταν λίγοι αυτοί που γνώριζαν την εταιρία από τα τριήμερά τους σε Ανδριανούπολη και Κωνσταντινούπολη.

 

 

Έβαλε στόχο τα δεκάδες καταστήματα

 

Πλέον διαθέτει καταστήματα σε Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Ξάνθη και Θεσσαλονίκη και με την προσθήκη της Καβάλας στο πρώτο εξάμηνο του 2023 δημιουργεί έναν ισχυρό "άξονα" στη βόρεια Ελλάδα.

 

Διαθέτει επίσης κατάστημα στην Αθήνα και ετοιμάζεται για δεύτερο, ενώ είναι παρούσα και σε άλλες πόλεις όπως Λάρισα, Κόρινθος, Κέρκυρα και Πάτρα.

 

Μέσα στο 2023 εκτιμάται ότι θα ανοίξει περί τα 10 καταστήματα ενώ υπάρχουν πληροφορίες ότι έχει βάλει στόχο τα 50 καταστήματα στην Ελλάδα μέσα στα επόμενα χρόνια.

 

 

«Φρένο» στην Ελλάδα λόγω έλλειψης χώρων

 

Άλλωστε οι αριθμοί αυτοί είναι μικροί μπροστά στον αριθμό των δεκάδων καταστημάτων που έχει ήδη αναπτύξει σε μικρότερες χώρες κοντά στην Ελλάδα, όπως Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία.

 

Η ανάπτυξη του δικτύου της στην Ελλάδα θα ήταν πολύ πιο γρήγορη αν κατάφερνε να βρει μεγάλα ακίνητα στο κέντρο κάθε πόλης που στοχεύει. Αναζητά χώρους χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, μέσα σε "σημεία αιχμής". 

 

 

Κι έπεται συνέχεια με είδη σπιτιού κ.α.

 

Εκτός από τα ανδρικά, γυναικεία και παιδικά ρούχα, η εταιρία αναπτύσσει και ξεχωριστά θεματικά καταστήματα, όπως παπουτσιών, εσωρούχων, μωρουδιακών, αξεσουάρ, ειδών σπιτιού κ.α. στα πρότυπα αντίστοιχων κινήσεων που κάνουν οι άλλες μεγάλες πολυεθνικές στο χώρο του λεγόμενου «fast fashion με χαμηλές τιμές», δηλαδή η Inditex (Zara) και η H&M. 

 

 

Το φτωχόπαιδο που έγινε δισεκατομμυριούχος

 

Βασικός μέτοχος της εταιρίας σήμερα είναι ο 59χρονος Mustafa Küçük, ένας από τους 20 πλουσιότερους Τούρκους επιχειρηματίες.

 

Παιδί μιας πολύ φτωχής οικογένειας, από ένα ορεινό χωριό της Μαλάτειας, στα βάθη της νοτιοανατολικής Τουρκίας, ο Μουσταφά Κιουτσούκ ήταν ένα από τα δύο μόλις παιδιά στην περιφέρεια όπου διέμενε, που στις αρχές της δεκαετίας του ’80 κατάφερε να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Τέλειωσε μηχανολόγος μηχανικός στο Ικόνιο.

 

Αποφάσισε να κάνει μεταπτυχιακό κι έτσι ο δρόμος του τον έφερε στην Κωστανταντινούπολη. Εκεί το 1987, νοίκιασε ένα φθηνό, σκοτεινό υπόγειο στην πολυκατοικία μιας γειτονιάς με εργατικές κατοικίες κι έκανε το ξεκίνημά του έχοντας μόλις μια ραπτομηχανή κι ένα τραπέζι κοπής.

 

Ήταν μια start up της εποχής 

 

Στην αρχή δεχόταν παραγγελίες από άλλους για την παραγωγή δειγμάτων. Σιγά σιγά, επεκτάθηκε και σε άλλες εργασίες πέρα από το ράψιμο, όπως κέντημα, ετικετοποίηση, βαφή και εκτύπωση υφασμάτων.

 

Όταν στον βασικό του πελάτη, την αρχική εταιρία των τριών φίλων (Les Copins Waikiki) αποχώρησαν οι δύο εκ των τριών ιδρυτών, ο εναπομείνας Γάλλος George Amouyal, αποφάσισε να πουλήσει τα δικαιώματα στον ράφτη. 

 

Ο Amouyal παραμένει έως σήμερα στην εταιρία με ένα μερίδιο 7% χωρίς συμμετοχή στη διοίκηση.

 

Μεγαλομέτοχος είναι ο Mustafa Küçük. Η προσωπική του περιουσία του το 2018 έφτασε τα 2,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι επιχειρήσεις του τζιράρουν σχεδόν 3 δισεκατομμύρια $ ετησίως.