H ιχθυόσκαλα, εκτός από σύμβολο της Καβάλας, είναι κι ένας από τους σημαντικότερους κόμβους διακίνησης αλιευμάτων της χώρας, τροφοδοτώντας την τοπική αγορά, τη Θεσσαλονίκη, τον Πειραιά και φτάνοντας ακόμα και μέχρι την… Ιαπωνία.

 

Η δράση ξεκινά τα ξημερώματα, όταν τα καΐκια θα αφήσουν πίσω τους το λιμάνι της Καβάλας και θα ξανανοιχτούν σε όλο Βόρειο Αιγαίο και στο Θρακικό πέλαγος. Το ίδιο δρομολόγιο επαναλαμβάνεται σταθερά κάθε μέρα, παντός καιρού, κι ο φετινός Γενάρης, παρά τη Σοφία, την Υπατία, τον Τηλέμαχο και όλες τις κακοκαιρίες που έπληξαν τη χώρα, δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

 

Ο «στόλος» της ιχθυόσκαλας αριθμεί περί τα 30 καΐκια (τράτες βυθού και γρι-γρι), στα οποία απασχολούνται περί τα 250-300 άτομα. Το καλοκαίρι τα καΐκια αυξάνονται, καθώς στην ιχθυόσκαλα ξεφορτώνουν και αλιευτικά γειτονικών περιοχών, που έρχονται από τη Χαλκιδική, τον Βόλο ή ακόμα και την Πάτρα.

 

«Η περιοχή μας, παρ’ όλο που συναντάς όλων των ειδών τα ψάρια, φημίζεται ιδιαίτερα για τον γαύρο, τη σαρδέλα, το χταπόδι και τη μαρίδα. Τον χειμώνα αλιεύονται περισσότερο τα ψάρια βυθού, όπως μπαρμπούνια, κουτσομούρες, μπακαλιάροι, πεσκανδρίτσες, καθώς και καραβίδες, σε σχέση με το καλοκαίρι, όταν αλιεύονται κυρίως αφρόψαρα, όπως γαύρος, σαρδέλα, σαφρίδι, κολιός και σκουμπρί», μας λέει ο διευθυντής της Ιχθυόσκαλας Καβάλας, Χαράλαμπος Μαντάς.

 

Στη Βόρεια Ελλάδα, ιχθυόσκαλες υπάρχουν επίσης στη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη. Μαθαίνουμε πως το 2018 αλιεύτηκαν 11.627.078 κιλά, που αντιστοιχούν σε 30.590.000 ευρώ. «Η Ιχθυόσκαλα Καβάλας, βάσει και των οικονομικών στοιχείων, θεωρείται ένας από τους βασικότερους οικονομικούς πυλώνες της περιοχής μας», σημειώνει ο Χαράλαμπος Μαντάς. Οι εισαγωγές είναι κυρίως από την Τουρκία (περίπου το 10% του όγκου που πωλείται εδώ, πάντα χονδρική), ενώ εξάγουμε προς τις Βαλκανικές χώρες και… τόνο στην Ιαπωνία.

 

Ψαράκια τρώνε και οι ίδιοι οι ψαράδες πάνω στα καΐκια – μπαρμπούνια, κουτσομούρες, βάτους και σκυλάκια αχνιστά στο τηγάνι με κρεμμυδάκι. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως θα μείνουν πάνω στα καΐκια τους σχεδόν για δέκα ώρες, αλιεύοντας και τακτοποιώντας κατά είδος τα ψάρια και τα θαλασσινά σε τελάρα με πάγο, ούτως ώστε να είναι έτοιμοι για την πώληση αμέσως μόλις φτάσουν στη στεριά, κι οι τιμές να αρχίσουν να διαμορφώνονται βάσει προσφοράς και ζήτησης.

 

Κάποιες από τις συνταγές της ανεμότρατας μπορεί να τις συναντήσει και να τις γευτεί κανείς και σε ορισμένες ταβέρνες ή στα σπίτια της πόλης. Άλλωστε, με τα ψάρια και τα θαλασσινά κάνει μικρά θαύματα η τοπική κουζίνα, που έχει στη γευστική της παρακαταθήκη πιάτα όπως η ψαρόσουπα που φτιάχνεται με ταχίνι και ξίδι αντί για λάδι και λεμόνι, τα καλαμαράκια γεμιστά με ρύζι, το σαρδελοπίλαφο και οι μικρασιάτικης καταγωγής μυδοσαρμάδες, που φτιάχνονται με μύδια από την Κεραμωτή, σταφίδα και κουκουνάρι.

 

*Η φωτογραφία είναι του Δημήτρη Σιαμαντούρα

Κείμενο: Μελίνα Σιδηροπούλου (δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Eatme Φεβρουαρίου - κυκλοφορεί την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα με το Έθνος της Κυριακής)