Για το «Καλογερικό» της Θάσου που δεσπόζει στο κέντρο του αρχαίου λιμανιού και αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας του νησιού ελάχιστα είναι γνωστά. 

 

 

Σύμφωνα με την έρευνα που πραγματοποίησε ο Θάσιος ιστορικός Θανάσης Διαλεκτόπουλος πρόκειται για ένα ξεχωριστό κτίριο με την ιστορία του να ξεκινά από το δεύτερο μισό του 19ουαιώνα. 

 

Συγκεκριμένα ο Θανάσης Διαλεκτόπουλος γράφει: 

"Για το ξεχωριστό αυτό κτίριο πιστεύω πως οι κάτοικοι του νησιού έχουν πολλά να μάθουν σχετικά με το κομμάτι αυτό, της τοπικής τους ιστορίας αλλά και οι φίλοι επισκέπτες να διαφωτιστούν αρκετά.

 

Τα Μετόχια Αγίου Όρους στη Θάσο

 

Η κοντινή απόσταση της Θάσου από τη χερσόνησο του Άθω βοήθησε στο να δημιουργηθούν στο νησί μετόχια από πολλές Μονές του Αγίου Όρους. Οι λόγοι σύστασης των μετοχίων ήταν η παραγωγή και η εξασφάλιση προϊόντων του νησιού, όπως λάδι, ελιές, κερί, κρασί και η προμήθευσή τους στις Μονές τους. Αυτό επιτυγχανόταν με την αποστολή και παραμονή μοναχών-οικονόμων ενός ή περισσοτέρων σε κάθε μετόχι. Αυτοί έγιναν φορείς της αγιορείτικης μοναστικής παράδοσης στη ζωή του νησιού. 

 

Ένα από τα δύο μετόχια της Μονής Βατοπεδίου στη Θάσο βρισκόταν στο Λιμένα – όπου και σώζεται μέχρι σήμερα το οίκημα, γνωστό ως «Καλογερικό». Τα παλαιότερα έγγραφα που έχουμε για το μετόχι είναι πωλητήρια και αφιερωτήρια από το 1807 και μετά, συνεχόμενα για όλα τα επόμενα έτη μέχρι το 1926. Η ύπαρξη αυτού του μετοχίου οφείλεται κατά μεγαλύτερο μέρος σε αγορές της Μονής, δε λείπουν όμως και αρκετές αφιερώσεις οι οποίες δείχνουν την ευλάβεια των κατοίκων προς την «Αγία Ζώνη» της Παναγίας, του ιερού κειμηλίου που κατέχει η Μονή Βατοπεδίου.

 

Η Μονή Βατοπεδίου φαίνεται να μετείχε ενεργά σε κοινωφελείς δραστηριότητες στον Λιμένα, όπως πληροφορούμαστε από επιστολή της 14ης Ιουλίου 1884 που υπογράφεται από τον Προεστό, τους Δημογέροντες και τον Διοικητή Θάσου Ιμπραήμ Ασαφφά Μπέη και απευθύνεται προς την Μονή. Στην επιστολή αναφέρεται: (χ.26) «η Μονή Βατοπεδίου εφάνη πολύ ευγενεστάτη και εν τη εφέτος κατασκευή του λιμένος δια της γενναίας συνδρομής και ήτις έφτασε εις τριάκοντα λιρών οθωμανικάς και επειδή δια το αυτό μέρος προσέφερεν πάλιν η Μ. Βατοπεδίου δέκα λίρας οθωμανικάς δια τους καλλωπισμούς του ιδίου λιμένος και προσέτι υπεσχέθη ότι θα το περιορίση δια καλντιριμίου και τέλος πάντων θα τακτοποιήση και παύση πλέον το μόλημα…». 

 

 

Το κτίριο που στέγασε οικογένειες προσφύγων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή 

 

Το «Καλογερικό» πρέπει να χτίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οπωσδήποτε μετά το 1858. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγούμαστε από το γεγονός ότι στα 1858 επισκέφτηκε τη Θάσο ο Γερμανός κλασσικός αρχαιολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου και διευθυντής της Αρχαιολογικής Συλλογής του Βερολίνου Alexander Conze, ο οποίος αναφέρει ότι στην παραλία του οικισμού υπήρχαν έξι σπίτια, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και δύο καλύβες κοντά στην εκκλησία. Αν υπήρχε τότε το «Καλογερικό» θα έπρεπε να το είχε αναφέρει. Το κτίριο υπήρχε οπωσδήποτε στα 1904 καθώς αποτυπώνεται σε φωτογραφία της εποχής. 

Την περίοδο 1926-1927 με ενέργειες του Θάσιου βουλευτή Αύγουστου Θεολογίτη και με υπουργική απόφαση του 1927 του τότε υπουργού Γεωργίας Αλέξανδρου Παπαναστασίου τα περισσότερα μετόχια του Αγίου Όρους στη Θάσο απαλλοτριώθηκαν υπέρ των Μικρασιατών και Ανατολικοθρακιωτών προσφύγων και των ακτημόνων Θασίων. Στα 1926 το κτίριο δωρίσθηκε από τη Μονή Βατοπεδίου στο Δήμο Θάσου για να λειτουργήσει ως Δημοτικό Σχολείο, αλλά χρησιμοποιήθηκε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Στο κτίριο στεγάστηκαν κυρίως οικογένειες προσφύγων μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

 

 

Αναστήλωση του κτιρίου το 1975

 

Το κτίριο βρέθηκε στην ιδιοκτησία της σχολικής εφορείας του Δημοτικού Σχολείου Θάσου και στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ήταν σχεδόν ετοιμόρροπο. Στο βόρειο τμήμα του εξακολουθούσε να κατοικεί μια προσφυγική οικογένεια, ενώ το νότιο παρουσίαζε εικόνα τέλειας εγκατάλειψης. 

Για να σωθεί αυτό το αξιόλογο κτίριο της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής, η Εφορεία Κλασικών Αρχαιοτήτων ανέλαβε το 1975 την αναστήλωση και συντήρησή του για να το χρησιμοποιήσει ως παράρτημα του Μουσείου Θάσου. Το κτίριο περιήλθε στην ιδιοκτησία της Εφορείας η οποία το χρησιμοποιούσε ως αποθήκη για τη φύλαξη αρχαιοτήτων του νησιού. 

 

 

Η κατάληψη του 1989 από τον Δήμο

 

Τον Δεκέμβρη του 1989 οι κάτοικοι του Λιμένα με επικεφαλής τον Δήμαρχο Θάσου και το Δημοτικό Συμβούλιο έκαναν κατάληψη του «Καλογερικού» με σκοπό να το χρησιμοποιήσει ο Δήμος ως ΚΑΠΗ ή Δημοτική Βιβλιοθήκη. Τον Φεβρουάριο του 1990, μετά από ενέργειες του Νομάρχη Καβάλας, το Υπουργείο Πολιτισμού δέχτηκε να μεταφερθούν οι αρχαιότητες στο Μουσείο Καβάλας και το «Καλογερικό» να περιέλθει στη διάθεση του Δήμου Θάσου.

Από αρχιτεκτονικής πλευράς το «Καλογερικό» κυριαρχείται από μορφές που δεσπόζουν στον ευρύτερο Θρακομακεδονικό χώρο και η συγγένεια είναι τόση, ώστε θα ήταν σωστότερο να μιλάμε για τοπικές ιδιομορφίες στη Θάσο (που αφορούν κυρίως στις κατασκευαστικές τεχνικές και συνήθειες) της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του Θρακομακεδονικού χώρου. Η Θάσος, παρόλο που είναι νησί, εμφανίζει γεωμορφολογία, κλίμα και βλάστηση όμοια με την ηπειρωτική Μακεδονία. Επόμενο είναι η αρχιτεκτονική της να διέπεται από τις ίδιες αρχές, αφού κατευθύνεται από παρόμοιες ανάγκες στην αναζήτηση λύσεων. Το κτίριο είναι διώροφο με ορθογώνια όψη κατασκευασμένο από πέτρα και ξύλο. Η στέγη είναι καλυμμένη με σχιστόπλακες και φέρει πέτρινες ψηλές καμινάδες. Εξωτερικά το κτίριο κοσμείται με σαχνισί (προεξοχή πέρα από τα όρια της τοιχοποιίας του ισογείου) και μικρά ξύλινα μπαλκόνια. Οι πόρτες εισόδου είναι δίφυλλες, μεγάλου ανοίγματος, με τοξωτό υπέρθυρο. 

 

 

Η σημερινή χρήση του κτιρίου 

 

Το «Καλογερικό» έχει δεσπόζουσα θέση στο κέντρο του αρχαίου λιμανιού της Θάσου και αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας του νησιού. Το κτίριο σήμερα είναι πλήρως ανακαινισμένο και, υπό την αιγίδα του Δήμου, φιλοξενεί στις αίθουσές του πλήθος καλλιτεχνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, όπως εκθέσεις ζωγραφικής, χαρακτικής και φωτογραφίας, διαλέξεις, συνέδρια και μουσικές εκδηλώσεις.

 

 

 

Μια εσωτερική ξύλινη σκάλα οδηγεί στον όροφο όπου αναπαρίσταται το «Θασίτικο Σπίτι» του παρελθόντος και ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να κάνει μια αναδρομή στην λαογραφία του νησιού. Χαρακτηριστικός είναι ο οντάς (αίθουσα υποδοχής), όπου βρίσκεται το μιντέρι, ένα χαμηλό ντιβάνι-καναπές με στρώμα κατά μήκος του δωματίου. Υπάρχουν δωμάτια με τζάκι και παράθυρα χωρίς παντζούρια μέσα στα οποία βρίσκεται η μεσάντρα, μια εντοιχισμένη ντουλάπα για κλινοσκεπάσματα και είδη ιματισμού, καθώς και διάφορα ξύλινα ερμάρια για τη φύλαξη αντικειμένων. Στους χώρους του ορόφου εκτίθενται διάφορα κεντήματα, εργόχειρα, νυχτικά, έπιπλα, μαγειρικά σκεύη, αργαλειός, εικονοστάσι, πλυσταριό με όλα τα σύνεργα κλπ. Η κρεβατοκάμαρα κοσμείται με ένα ξεχωριστό έκθεμα: το σκαμνί της γέννας που χρησιμοποιούσαν παλιά στα σπίτια του νησιού".

Επιμέλεια Κ.Γ.