

γράφει ο
Βασίλης Λιόγκας
Λίγα λόγια για τον Αντώνη Καρακούση, έναν άξιο και σεμνό άνθρωπο.
Γεννηθείς το 1936 στη Χωριστή Δράμας, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε μεγάλη φτώχεια στη σκληρή Βουλγαρική κατοχή μαζί με τρία αδέρφια και δύο αδερφές. Μεγάλωσε και ανδρώθηκε στα σκοτεινά χρόνια.
Σχολείο πήγε μετά την «απελευθέρωση» κατευθείαν στη Δευτέρα δημοτικού, μιας και ήξερε λίγα γράμματα από τον πατέρα του τον Πλουμή, που ήταν από τους λίγους εγγράμματους της εποχής.
Έβγαλε το δημοτικό που βρισκόταν στο Δοξάτο σε δύο χρονιές, διανύοντας 12 χιλιόμετρα κάθε μέρα με τα πόδια. Αργότερα το γυμνάσιο στη Δράμα, όπου είχε μετακομίσει η οικογένεια λόγω της δουλειάς του πατέρα, τον οποίο σπάνια έβλεπε λόγω πολιτικών διώξεων συνολικά 12 χρόνων, στη φυλακή και στις εξορίες στα ξερονήσια.
Πάμφτωχος, από μικρός ο Αντώνης μπήκε στην βιοπάλη. Από μια παράξενη συγκυρία και την βοήθεια ενός συμμαθητή του που του δάνεισε βιβλία, τετράδια και μολύβια, κατορθώνει να περάσει τις εξετάσεις και να φοιτήσει στην Ανώτερη Σχολή Υπομηχανικών του ΕΜΠ στη Θεσσαλονίκη, γνωστή σαν «Μικρό Πολυτεχνείο», όπου παρακολούθησε μαθήματα, με μεγάλες οικονομικές δυσκολίες.
Με διάφορες δουλειές του ποδαριού, μεταξύ των οποίων και την εφεύρεση του κονδυλοφόρου σταθερής ροής, εργαλείου που έγινε ανάρπαστο στους συμφοιτητές και τους καθηγητές του, κατορθώνει όχι μόνο να καλύψει τις δικές του ανάγκες, αλλά και να βοηθήσει με σημαντική οικονομική βοήθεια την οικογένειά του.
Αφού αποφοιτεί, κάνει αίτηση και προσλαμβάνεται σαν δημόσιος υπάλληλος Π.Ε. στην Πολεοδομία Καβάλας, όπου γνωρίζει και παντρεύεται την Δέσποινα Σαμαρά, πλέον Καρακούση, συντρόφισά του σ’ όλη τους τη ζωή στην Καβάλα πλέον.
Νέος, εργατικός και πολυμήχανος, με μεγάλα αποθέματα ανυποχώρητης πίστης σε αξίες κι ασυμβίβαστης αντίληψης, πάντα καλωσυνάτος, γελαστός και αισιόδοξος, σε δύσκολα χρόνια αξιοπρεπής και περήφανος, χωρίς να τον καταβάλουν κατατρεγμοί, συμβατικές αποδοχές, μισά χαμόγελα, αδιαφορία και βέβαια οι βιοτικές ανάγκες.
Το 1967 και πατέρας πλέον στο πρώτο του παιδί, απηυδισμένος από την διαφθορά και τις αλλοπρόσαλλες «άνωθεν εντολές» που τον εμπόδιζαν να κάνει το καθήκον του, παραιτείται και ανοίγει ιδιωτικό γραφείο σαν εργολάβος, αναλαμβάνοντας οικοδομικές άδειες, ανεγέρσεις οικοδομών και Δημόσια έργα. Ήπιος, σοβαρός, με κατάφαση για τη ζωή, ζούσε στον χώρο που είχε χαράξει.
Ανάμεσα σε πολλά έργα της ευρύτερης περιοχής, έργα οδοποιίας, ύδρευσης, αποχέτευσης, κτίσματα, γέφυρες, γήπεδα, πάρκα, σχολεία, περιλαμβάνονται ο Δημοτικός κήπος της Αγ. Βαρβάρας στη Δράμα, οι μεγάλες Συνεταιριστικές αποθήκες, η διαμόρφωση σχεδόν όλων των δρόμων και πεζοδρομίων του Ζυγού Καβάλας και, τελευταίο έργο πριν την συνταξιοδότησή του στη δεκαετία του ’90, η διαμόρφωση της δημοτικής έκτασης της Χρυσής Αμμουδιάς στην Παναγία Θάσου.
Ήταν σεμνός, πρόθυμος πάντα να βοηθήσει συγγενείς και φίλους στην ανάγκη τους, απ’ τους μικρούς εκείνους εργολάβους που στέκονται πάντα με κατανόηση και σεβασμό δίπλα στους ταπεινούς και καταφρονεμένους.
Έφυγε την Παρασκευή 24-10-2025 το βράδυ, όρθιος στο σπίτι του, σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας πίσω του την σύζυγό του, δύο άξια παιδιά και δύο εγγόνια, όλα με μόρφωση και ήθος.
Καλό ταξίδι Αντώνη, σε ένα δικαιότερο κόσμο.