γράφει ο

Νικόλαος Μπότσας

 

Σε θωρώ πόλη μου!

που ‘χεις το κάστρο ‘κεί ψηλά

σημαία την Ελλάδα

κι η Παναγιά Λεβέντισσα

φάρος για τα σκοτάδια.

 

Σε θωρώ πόλη μου!

με τ’ Άγιου Νικόλα τα στενά – τα έμορφα σοκάκια

του Αγίου Παύλου τα καμπαναριά

του Τίμιου Σταυρού τη Σκάλα·

με τις Καμάρες τις κτιστές

όμορφες πέτρες – σμιλεμένες

κι αν δεν επέρασαν νερά

σ’ ώρες περασμένες.

 

Σε θωρώ πόλη μου!

με το Περιγιάλι – το μικρό – το αδικημένο

επήγαινα και ‘γω μικρός

εβούταγα

σα μπόμπιρας γενναίος·

με τη Καλαμίτσα – τη χρυσή

Κηπούπολη από πάνω

στην Δέπος – τη Νεάπολη

είν’ τώρα η γειτονιά μου. 

 

Σε θωρώ πόλη μου!

κάθε που φέγγει αστροφεγγιά και λούζει τα νερά σου

όμορφα ψάρια και πουλιά

μεγάλωσαν στην αγκαλιά σου·

τώρα που γέρνω τα ματόφυλλα θωρώ τις

γειτονιές σου

όμορφες όλες – ιστορικές

σαν τα βουνά

ωσάν τις θάλασσές σου.

 

Και συμπάθαμε πόλη μου – συμπάθαμε –

που δεν πρόκαμα – τόσον καιρό

ποίημα για σέ να γράψω·

μα έτσι είναι τα παιδιά:

τη Μάνα – τελευταία

την αγκαλιάζουν.