γράφει ο

Βασίλης Μυλωνάς

 

Είπαμε ο μήνας των σεισμών, αλλά όχι και έτσι,

μα, φύση κι άνθρωπο κανείς, δεν μπορεί να προβλέψει.

 

Στη Σαντορίνη οι σεισμοί, αβέρτα και κουβέρτα

και οι σεισμολόγοι άναυδοι, τρέχουνε σούρτα φέρτα.

 

Χιλιάδες γίνονται σεισμοί, ένας πίσω απ’ τον άλλο

και τρέμει η καρδούλα μας, μην δούμε τον μεγάλο.

 

Και λένε, το ηφαίστειο, πως καίει και δε σβήνει

κι εμείς τα ρίχτερ μάθαμε και των σεισμών τα σμήνη.

 

  Βλέπουμε και την Άνυδρο, την Αμοργό την Ίο,

που απομείναν κάτοικοι, ας πούμε, ένας δύο!

 

Παιδιά, δεν ξαναέγινε, τέτοιο μες στις Κυκλάδες,

που να βαστήξουν οι σεισμοί, κοντά εφτά βδομάδες.

 

Μα, όπως λένε οι ειδικοί, ίσως τις…σαραντίσουν

και ξώλαμπρα αυτοί οι χοροί, μήπως και σταματήσουν.

 

Τώρα, μες στο Τριώδιο, τα νεύρα μας τα σπάνε,

μα, αν δεν έχει θύματα, θα ξεχαστούν, θα πάνε.

 

Όσο για τα επαγγέλματα, που καρτερούν τουρίστες,

μες στο κατακαλόκαιρο, θα ’χουν γεμάτες πίστες.

 

Παιδιά, αυτοί είναι σεισμοί, που ’ρχονται απ’ τη φύση

κι ο άνθρωπος αδυνατεί, να εύρει κάποια λύση.

 

Πλημμύρες στην Κεφαλονιά, χωριά γίνανε λίμνες

κι ακόμη ας μην έσβησαν, τέτοιες φρικτές μας μνήμες.

 

Μα, μπρος στη φύση ο άνθρωπος, είναι…ένα μυρμήγκι,

αλλά κι ο ίδιος μόνος του, τη μέγγενή του σφίγγει.

 

Για την Κλιματική Αλλαγή, άλλοι τρέχουν, πασχίζουν

και άλλοι αδιάφορα, προκλητικά σφυρίζουν.

 

Με πρώτο και καλύτερο, τον νέο μας σερίφη,

που βλέπει τον πλανήτη μας, μες στον οντά του νύφη.

 

Πολλά γι’ αυτόνε είπαμε, μα ας πούμε λίγα ακόμα,

που τρέχει σα μυδράλιο, το ακράτητό του στόμα.

 

Ο Τραμπ όλους τους αγνοεί, δόκτορες και δασκάλους

κι έχει ο ίδιος άποψη, μαζί με κάποιους άλλους.

 

Για την Κλιματική Αλλαγή, λέει πως είναι μύθος

και σαν αγέλη τον ακούει, το εκλογικό του πλήθος.

 

Αλλά αυτά τα μάθαμε, απ’ την πρώτη του θητεία,

δεν μας εκπλήσσει τώρα πια, κάθε του…πραγματεία.

 

Και σαν λίαν απρόβλεπτος, έκανε το χουνέρι

και στον Ζελένσκι, από προχθές, έστειλε το χαμπέρι.

 

-Κυρ. Ουκρανέ μου μάθε τα, αυτά είναι τα μαντάτα,

εγώ και ο Βλαδίμηρος, μοιράσαμε τα πιάτα!

 

-Έτσι αυτόν τον πόλεμο, εγώ τον σταματάω,

παίρνω τις Σπάνιες Γαίες σου και ούτε σε ρωτάω!

 

-Γιατί σού δώσαμε πολλά, κανόνια και οβίδες,

αλλιώς μόνο θα ήσασταν, όλοι τζάμπα νταήδες!

 

-Κι αφού είστε ψωριάρηδες και δεν έχετε φράγκο,

μ’ αυτά τα ωραία μέταλλα, περάστε απ’ τον πάγκο! 

 

-Εγώ με τον Βλαδίμηρο, είμαστε δυο εσνάφια,

του χαλαλίζω αβλεπή, όσα πήρε χωράφια!

 

-Κι εσένα πιτσιρίκο μου, κανείς δε σε ρωτάει

και η Ευρώπη, η γριά κι αυτή…σκατά να φάει!

 

Και ο σερίφης έστειλε, τον αντιπρόεδρό του,

στο Μόναχο και έβριζε, το ακροατήριό του.

 

Είπε ότι δεν έχουμε, εδώ Δημοκρατία

και πως η ακροδεξιά, είναι ελπίδα Μία.

 

Αν θέλουμε βοήθεια, πρόθυμα θα μας δώσουν

και…μόνο οι χιτλερικοί, είπε, πως θα μας σώσουν.

 

Ναι, να ’ρθουν οι χιτλερικοί, όχι να μας δονήσουν,

τον κόσμο ακόμη μιά φορά, να τον καταποντίσουν!!!