Η υποχώρηση της δημόσιας χρηματοδότησης για υπηρεσίες υγείας είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση των δαπανών για την υγεία στον ιδιωτικό τομέα, σύμφωνα με την έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) «Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2022» που έγινε σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ).

 

Όπως αναφέρει η έκθεση, η δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο ανήλθε το 2021 στα €2,6 δισ., διατηρώντας τα ίδια επίπεδα με το 2020, ενώ αναμένεται οριακή αύξηση  στα €2,7 δισ. για το 2022. 

 

Αντίθετα οι υποχρεωτικές επιστροφές που θα καταβάλει η φαρμακοβιομηχανία για το 2021 ανήλθε στα €2,4 δισ. έναντι €2,0 δισ. το 2020 ενώ, και η συμμετοχή των ασθενών στα αποζημιούμενα φάρμακα αυξήθηκε και εκτιμάται ότι για το 2022 θα ανέλθει στα €689εκ.

 

Σύμφωνα με υπολογισμούς, το 2022 και για πρώτη φορά στα χρονικά εκτιμάται ότι οι υποχρεωτικές επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας θα ξεπεράσουν τη δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο.

 

Η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη (συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης συμμετοχής των ασθενών και των επιστροφών της φαρμακοβιομηχανίας) το 2021 αγγίζει τα €4,2 δισ. 

 

Η δημόσια χρηματοδότηση (μαζί με τους κλειστούς υπο-προϋπολογισμούς λιανικής) διαμορφώθηκε το 2021 στα €2,0 δισ. σταθερή από το 2020. Οι επιστροφές της βιομηχανίας (clawback, rebates, εκπτώσεις σε κλειστούς υπο-προϋπολογισμούς) ανήλθαν στο €1,5 δισ. το 2021, έναντι €1,4 δισ. το 2020 και €272 εκ. το 2012.

 

Η μείωση της δημόσιας εξωνοσοκομειακής χρηματοδότησης την περίοδο 2012-2021 κατά περίπου 31% αύξησε τις επιστροφές της βιομηχανίας κατά 458% και των ασθενών κατά 59%. Και η φαρμακευτική δαπάνη των νοσοκομείων του ΕΣΥ για το 2021 καθορίστηκε στα €553 εκατ. μειωμένη κατά -13,1% σε σχέση με το 2015 (€764 εκατ.), δηλαδή πριν την επιβολή κλειστού προϋπολογισμού.

 

Η συνεχόμενη μείωση της δημόσιας νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των υποχρεωτικών επιστροφών της συμμετοχής της φαρμακοβιομηχανίας, η οποία για το 2021 έφτασε τα €728 εκατ., έναντι €260 εκ. το 2016.

 

Από την άλλη, η δημόσια κατά κεφαλήν δαπάνη για φαρμακευτικά και υγειονομικά αναλώσιμα στην Ελλάδα ακολουθεί πτωτική πορεία από το 2009, ενώ μετά το 2014 έχει σταθεροποιηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα από την ΕΕ27 και τις Νότιες Χώρες.

 

Ενώ, η πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες την περίοδο 2018-2021 γινόταν με καθυστέρηση έως 674 ημέρες,  ενώ μόλις το 42% των θεραπειών που έχουν εγκριθεί είναι ευρέως προσβάσιμες σε αυτούς.

 

Όπως αναφέρει ο ΙΟΒΕ το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,2 δισ. (3,4% του ΑΕΠ) το 2021.  Για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιρειών του φαρμάκου, δημιουργούνται συνολικά €2,3 στην ελληνική οικονομία. Ενώ, προσφέρει 108 χιλ. θέσεις εργασίας (2,8% της συνολικής απασχόλησης).

 

Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα εκτιμάται περίπου στα €1,7 δισ. Ωστόσο, η διαρκής υποχρηματοδότηση του φαρμάκου έχει αυξήσει τη συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας σε ποσοστό 46% επί της δημόσιας χρηματοδότησης, καθιστώντας τη φαρμακοβιομηχανίας ως ένα πυλώνα χρηματοδότησης γεγονός που θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στον κλάδο στο άμεσο μέλλον όπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι του ΣΦΕΕ.

 

Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, εξήγησε ότι ο κλάδος του φαρμάκου είναι στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μας με ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα όμως, για να καταφέρει να σταθεί όρθιος είναι απαραίτητη  η διαμόρφωσή μιας βιώσιμης εθνικής φαρμακευτική πολιτικής, με επίκεντρο τον ασθενή, τη Δημόσια Υγεία και την απασχόληση.

 

πηγή: naftemporiki.gr