Γράφει ο Χρήστος Ποτόλιας, Πενήντα πέντε χρόνια μετά, οι συνθήκες της μετανάστευσης μοιάζουν διαφορετικές. Η αιτία και το αποτέλεσμα παραμένουν ίδια.
Φέτος συμπληρώθηκαν 55 χρόνια από την υπογραφή της συμφωνίας για τη μεταφορά Ελλήνων εργατών στη Γερμανία. Η σχετική επέτειος στα 50χρονα γιορτάστηκε με διάφορες φιέστες. Φέτος δεν έγιναν, καθώς για την ελληνική κοινωνία ο όρος μετανάστευση κατοχυρώνεται ήδη σαν αιμορραγία και κατάρα. Η μετανάστευση ποτέ δεν ήταν ευκαιρία, ήταν πάντα κατάρα για τον τόπο. Διευκόλυνε την ντόπια κυβέρνηση να εμφανίσει μείωση της ανεργίας, τους έξω καπιταλιστές να έχουν ακόμα πιο φτηνό εργατικό δυναμικό, που πίεζε το εκεί ντόπιο και τις όποιες κατακτήσεις του.
Για την Ελλάδα, η μετανάστευση δεν είναι κάτι καινούργιο. Ούτε το 1960 ήταν. Είχαν προηγηθεί κύματα από την αρχή του αιώνα: Στην περίοδο 1900-1930 σπρώχτηκαν στη μετανάστευση 402.538 Έλληνες (384.000 προς Βόρεια Αμερική, οι υπόλοιποι Καναδά και Αυστραλία). Στις δεκαετίες 1950-1960 υπερσυγκεντρώθηκε πληθυσμός στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην Αθήνα 2.530.207, σε συνολικό πληθυσμό 8.736.367. Οι βασικές αιτίες της εσωτερικής μετανάστευσης ήταν οικονομικές και πολιτικές.
Για την αστική τάξη που είχε και έχει την εξουσία στην Ελλάδα η μετανάστευση ήταν ευλογία. Έδιωχναν ανεργία και κοινωνικές εντάσεις. Εξασφάλιζαν εισαγωγή ξένου συναλλάγματος, που ελάττωνε πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών κ.λπ.
Στη δεκαετία 1961-1971 έφυγαν 892.175 άτομα σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης (Δυτική Γερμανία), κυρίως άνδρες αλλά και γυναίκες, ηλικίας 18-35 χρόνων. Το 90% προερχόταν από την ελληνική επαρχία, άκληροι, μικροαγρότες, δίχως πείρα βιομηχανικού εργάτη. Συνυπολογίζοντας ναυτεργάτες και όσους καταχωρήθηκαν ως «προσωρινώς μεταναστεύσαντες», ο συνολικός αριθμός ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο εργαζόμενους Έλληνες.
Το μεταναστευτικό κύμα αυτή την δεκαετία κατευθύνθηκε κυρίως προς τη Δυτική Ευρώπη, σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους που κατευθυνόταν προς ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδά. Οι μόνιμα μεταναστεύσαντες στην περίοδο 1961-1965 αποτελούσαν το 2,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα το 1961.
Το 1960 υπογράφηκε η περιβόητη «Ελληνογερμανική συμφωνία», που, όπως προπαγανδίστηκε κατάλληλα από τις δύο κυβερνήσεις, θα «έλυνε» τα μεγάλα προβλήματα των Ελλήνων μεταναστών. Στη Γερμανία ονομάστηκε και «διπλή συνθήκη», καθώς υπογράφτηκε μεταξύ Δ. Γερμανίας και Ισπανίας στις 29/3/1960 και ακολούθησε η υπογραφή με την Ελλάδα στις 30/3/1960 της «Σύμβασης Περί Επιλογής και Τοποθετήσεως Ελλήνων εργατών εις γερμανικάς επιχειρήσεις». Αντίστοιχες διακρατικές συμφωνίες της Δ. Γερμανίας έγιναν με Ιταλία, Τουρκία, Μαρόκο, Πορτογαλία, Τυνησία, Γιουγκοσλαβία. Έτσι οι Γερμανοί μεγαλοβιομήχανοι εξασφάλιζαν φτηνό εργατικό δυναμικό για τη ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανία τους. Παράλληλα, η Δ. Γερμανία αποκαταστούσε σχέσεις εξωτερικής πολιτικής και με χώρες που είχαν υποφέρει από τη ναζιστική κατοχή.
Οι Γερμανοί βιομήχανοι και μεγαλοεπιχειρηματίες ζητούσαν "τεμάχια" (έτσι τους αποκαλούσαν), νέους, υγιείς ανθρώπους, για να εργαστούν στη βαριά βιομηχανία και τα ορυχεία. Με την υπογραφή της σύμβασης, άνοιξαν στην Αθήνα το 1961 και το 1962 στη Θεσσαλονίκη οι εν Ελλάδι Γερμανικές Επιτροπές, που ενέκριναν την πρόσληψη Ελλήνων εργατών. Σχηματίζονταν ατέλειωτες ουρές, υπερπροσφορά νέων δυνατών ανθρώπων, πρόθυμων να εργαστούν σκληρά. Οι Επιτροπές εξέταζαν εξονυχιστικά την υγεία των υποψηφίων (μετρήσεις μυών, ακτινογραφίες θώρακος, οδοντιατρικές εξετάσεις) και τι "ειδικές" γνώσεις τυχόν είχαν, οργάνωναν και το ταξίδι τους. Άνθρωποι με δύο δόντια χαλασμένα, από το υστέρημά τους πλήρωναν οδοντίατρο να τα σφραγίσει, για να καταφέρουν να φύγουν. Βουλευτές της ΕΡΕ (πρόγονος της ΝΔ) και της Ένωσης Κέντρου (πρόγονος ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) έταζαν ως ρουσφέτι μια θέση στις λίστες υποψήφιων προς μετανάστευση. Διερμηνείς, λαμόγια της εποχής, παράγοντες με τάχα επιρροή στις Επιτροπές, ζητούσαν μπαξίσι για να μεσολαβήσουν.
Οι επιλεγέντες έπαιρναν «πράσινη κάρτα» εργασίας. Αρχικά το ταξίδι ξεκινούσε από τον Πειραιά με το φέρι μποτ «Κολοκοτρώνης». Έφταναν στο Μπρίντεζι της Ιταλίας και από 'κει με τρένο στη Γερμανία. Από το 1964, μια φορά τη βδομάδα ταξίδευαν από Αθήνα και Θεσσαλονίκη προς Μόναχο με ειδικές αμαξοστοιχίες, υπερπλήρεις, που συνήθως μετέφεραν πάνω από 1.000 άτομα.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά, οι συνθήκες της μετανάστευσης μοιάζουν διαφορετικές. Η αιτία και το αποτέλεσμα παραμένουν ίδια. Στις μέρες μας μεταναστεύουν από τη χώρα μας κυρίως νέοι επιστήμονες, που με πολύ κόπο και χρήμα οι οικογένειές τους και οι ίδιοι ξόδεψαν για να σπουδάσουν. Επίσης αλλάζουν οι εθνικότητες στα κύματα των μεταναστών, παραμένει όμως για όλους η ίδια άγρια εκμετάλλευσή, ντυμένη μάλιστα και με αρκετές δόσεις φιλανθρωπίας.
Πηγές: Ριζοσπάστης
Δοκίμιο Ιστορίας ΚΚΕ (2ος τόμος)
Καβάλα 21/10/15
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΟΤΟΛΙΑΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΠ. ΕΙΡΗΝΗΣ