γράφει ο

Κώστας Παπακοσμάς

 

Σαν σήμερα 14 Μαΐου 1965 η γη της Θάσου σκέπαζε την σορό του μεγάλου γλύπτη Πολύγνωτου Βαγή. Ποιος ήταν όμως ο Πολύγνωτος Βαγής; Πώς το διάβα  του χρόνου μας κάνει να ξεχνούμε σημαντικά πρόσωπα και γεγονότα;

 

 

Ας ξετυλίξουμε το "κουβάρι" της ιστορίας του ανθρώπου αυτού που είχε γεννηθεί στην Ποταμιά της Θάσου στις 14 Ιανουαρίου 1894 και πέθανε το 1965 στη Νέα Υόρκη.

 

Ο πατέρας του Γεώργιος Βαγής, ήταν μαραγκός και ξυλογλύπτης, η μητέρα του ήταν η Αγγελική Υδραίου που καταγόταν από γνωστή οικογένεια ναυτικών της Ύδρας.

 

Ο Βαγής είχε 6 αδέλφια και έφηβος 17 χρόνων αφήνει την τότε Τουρκοκρατούμενη πατρίδα του και πηγαίνει μετανάστης στη Νέα Υόρκη το 1911.

 

 

Ο σκληρός αγώνας για την επιβίωση δεν του νεκρώνει το έμφυτο ταλέντο του. Παιδί ακόμη στα βουνά της πατρίδας του, πελεκούσε το ξύλο και την πέτρα. Το 1917 χτυπάει τις πόρτες των καλλιτεχνικών σχολών της Νέας Υόρκης, που δεν άνοιγαν βέβαια εύκολα σ” έναν αγράμματο μετανάστη.

 

Ο Βαγής καταφέρνει να γραφτεί στην σχολή «Cooper Union Institution» της Νέας Υόρκης, όπου σπουδάζει γλυπτική για έξι χρόνια.

 

 

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918, ο Βαγής κατατάσσεται εθελοντής στο αμερικάνικο ναυτικό.

 

Με το τέλος του πολέμου αποκτά την αμερικανική υπηκοότητα και στα 1919 εγγράφεται τελικά στο «BEAUX – ARTS INSTITUTE» της Νέας Υόρκης, όπου σπουδάζει γλυπτική για τρία χρόνια, με σημαντικούς δασκάλους γλυπτικής, όπως τους C.BOULGON και F.AITKEN.

 

Το 1920 αρχίζει να συμμετέχει για πρώτη φορά σε εκθέσεις γλυπτικής, της «NATIONAL ACADEMY OF DESIGN» και στα 1922 γνωρίζει για πρώτη φορά την μεγάλη του επιτυχία: Το γλυπτό «Ο Παππούς μου» θεωρείται ένα από τα καλύτερα κομμάτια της έκθεσής του.

 

Είναι ένα πορτρέτο, σε χαλκό, του παππού του όπου τα πλούσια εξπρεσιονιστικά στοιχεία δοσμένα με δυνατές πλαστικές φόρμες συνθέτουν το δυνατό πορτρέτο ενός βασανισμένου αλλά όχι νικημένου από τη ζωή γέρου.

 

Μετά ακολουθεί μια περίοδος εντατικής δουλειάς φορτωμένη με όλες τις αγωνίες του μετανάστη, που θέλει να επιβιώσει, να σπουδάσει και να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του που είναι στην πατρίδα.

 

Από το 1923 οι συνθήκες εργασίας καλυτερεύουν, γιατί πια ο Βαγής είναι ένας αρκετά γνωστός γλύπτης και παίρνει μέρος σε όλες τις εκθέσεις της Νέας Υόρκης.

 

Στα 1925 ο Βαγής έγινε πασίγνωστος παντού, αφού η NATIONAL ENCYCLOPAEDIA OF AMERICAN BIOGRAPHY του ζητά στοιχεία για να τον συμπεριλάβει στην έκδοσή της που κυκλοφόρησε στα 1928.

 

 

Ο Βαγής παίρνει κάθε χρόνο μέρος στις εκθέσεις της NATIONAL ACADEMY OF DESIGN της Νέας Υόρκης και σε άλλες ομαδικές εκθέσεις γλυπτικής. Ως το τέλος της ζωής του πήρε μέρος πάνω από 40 εκθέσεις στα μεγαλύτερα μουσεία νεότερης τέχνης των Ηνωμένων Πολιτειών.

 

Το 1933 εγκαθίσταται στο BETHPAGE 104 Evergreen Ave στο Long Island της Νέας Υόρκης. Το 1952 κερδίζει το πρώτο βραβείο του ετήσιου φεστιβάλ στο Long Island με το έργο του «Ο ύπνος».

 

Τα έργα του παρουσιάστηκαν σε περισσότερες από 45 εκθέσεις σε ολόκληρη την Αμερική και σε εκθέσεις σε άλλες χώρες. Τα έργα του εμπνεόντουσαν από την Ελληνική φύση όπως φεγγάρια, ψάρια, διάφορα είδη πουλιών και ζώων κ.α.

 

Στην Ελλάδα, εκτός από την συλλογή , που έχει στην κατοχή του ο Δήμος Καβάλας , υπάρχουν ορισμένα αντιπροσωπευτικά έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη που προέρχονται από το ίδιο κληροδότημα.

 

Το 1963 μετά από πολλά χρόνια απουσίας του στις Η.Π.Α. επισκέπτεται τη γενέτειρά του, τη Θάσο αλλά και την Καβάλα που υπεραγαπούσε . Σε πολύ μεγάλη ηλικία παντρεύεται την Σύλβια, που καταγόταν από την Αμερική.

 

Όμως δεν προλαβαίνουν να χαρούν το γάμο τους και σε ένα δυστύχημα πεθαίνει η Σύλβια χωρίς να αποκτήσουν παιδιά.

 

Το 1965 στις 15 Μαρτίου , ο Πολύγνωτος Βαγής πεθαίνει στο νοσοκομείο των Απομάχων της Νέας Υόρκης. Τα περισσότερα έργα του,  τα κληροδοτεί στον Δήμο Καβάλας και στην κοινότητα Ποταμιάς Θάσου.

 

Η σορός του μεταφέρεται ακτοπλοϊκώς στον Πειραιά και στη συνέχεια σιδηροδρομικός στην Δράμα , με εντολή της Κυβέρνησης αποδίδονται τιμές. Το ίδιο γίνεται και στην Καβάλα όπου η σορός του τίθεται σε λαϊκό προσκύνημα στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου.

 

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ

 

Τα έργα σήμερα του παρουσιάζονται σε πολλά Μουσεία, κυρίως των Η.Π.Α. όπως στο Μουσείο Μπρούκλιν, στο Μουσείο WHITNEY στη Νέα Υόρκη, στο Μουσείο Τέχνης του Τολέδο στο Οχάιο, στο Μουσείο του Τελ-Αβίβ στο Ισραήλ. Στην Καβάλα η συλλογή έργων του Πολύγνωτου Βαγή βρίσκεται στην Δημοτική Καπναποθήκη και σύντομα θα παρουσιαστεί και πάλι στο κοινό. Από το 1986 και μέχρι το 2010 παρουσιάζονταν στο Δημοτικό Μουσείο Καβάλας στο κτίριο επί της οδού Φιλίππου.

 

Στην γενέτειρα του στην Θάσο υπάρχει στην Ποταμιά το Μουσείο «Π. Βαγή». Η Ποταμιά , που ήταν η πατρίδα του μεγάλου γλύπτη Π.  Βαγή από τον Αύγουστο του 1981 λειτουργεί μουσείο αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του , εκεί εκτίθενται 98 έργα γλυπτικής και 15 ζωγραφικοί πίνακες της περιόδου 1920-1960.

 

Τα έργα της πρώτης δημιουργικής περιόδου του Βαγή (1919-1930) είναι εμπνευσμένα από την αρχαία ελληνική μυθολογία και ιστορία.

 

Τα υλικά που χρησιμοποίησε ο Βαγής είναι ο γύψος, ο χαλκός και το μάρμαρο. Τα έργα της δεύτερης περιόδου (1932 κ.ε.) χαρακτηρίζονται από αφαιρετικότητα.  Χυτεύονται σε χαλκό, σε τσιμέντο ή λαξεύονται σε πέτρα, μάρμαρο, ξύλο ή γρανίτη.

 

Στο νησί,  ο Επιμορφωτικός σύλλογος Ποταμιάς φέρει το όνομα  "Πολύγνωτος Βαγής" και έχει ιδρυθεί το  1979. Σκοπός του ήταν και είναι, η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου, η αναβίωση εθίμων, η ενθάρρυνση των νέων στη συμμετοχή τους στα πολιτιστικά δρώμενα και η συντήρηση και διάδοση του πνευματικού κεφαλαίου των προηγούμενων γενεών.

 

Το φεστιβάλ Θάσου, που έγινε το 2010, ήταν  αφιερωμένο στον  Πολύγνωτο Βαγή.