γράφει ο 

Βασίλης Μυλωνάς

 

 

Πέρασε και ο Αύγουστος

 

Πέρασε και ο Αύγουστος, γιόρτασαν οι Μαρίες,

γιόρτασαν και οι Δέσποινες, τουτέστιν οι κυρίες.

 

Γιόρτασε ακόμη μια φορά κι ο φίλος Παναγιώτης,

που είναι άνθρωπος χρυσός, κύριος τάξης πρώτης.

 

Εγώ, όμως, τους ευχήθηκα, διά του τηλεφώνου,

με παρουσία φυσική, ποιος ξέρει; ίσως τουχρόνου.

 

Γιατί, πώς να το κάνουμε, φόβος φυλάει τ’ αμπέλια,

δεν είν’ ο κορονοϊός, για γλέντια και για γέλια.

 

Μα πάει πέρασε κι αυτό, μια μέρα ήταν κι άλλη,

τώρα καιρός σιγά, σιγά, ν’ αδειάσει τ’ ακρογιάλι.

 

Να μαζευτούν οι όμορφες κι όλοι οι κοιλαράδες,

γιατί ίσως τους τελείωσαν, άδειες και παράδες.

 

Μπουκάραν στις ακρογιαλιές, τα φρένα τους σπασμένα

και βγάλανε το άχτι τους, από τα περασμένα.

 

Πέρυσι στερηθήκανε, για…του ιού τη χάρη,

μα φέτος κάναν έφοδο, δεν κάνανε παζάρι.

 

Και μια και δυό οι καλλονές, τα κάλλη τους να δείξουν,

κάθε μεράκι περσινό, στη θάλασσα να πνίξουν.

 

Κι ευθύς σκουραίναν τα κορμιά, εκτός γραμμών ολίγων,

που…κάλυπτε κορδόνι-στριγκ, το σώμα τους τυλίγον.

 

Έτσι, ξανθιές, μελαχρινές, έφηβες και μανάδες,

στον ήλιο χρώμα παίρνανε κι άλλες… βγάζαν πανάδες.

 

Θα ζήλευαν οι Αφγανές κι οι Σαουδαραπίνες,

 αχ, να μπορούσαν να ’δειχναν, τα κάλλη τους κι εκείνες!

 

Και οι Ιρανές «περίκλειστες» κι αυτές οι φουκαριάρες,

θα ρίχνουν στους μουλάδες τους, ατέλειωτες κατάρες.

 

Που δεν εξουσιάζουνε, ούτε ψυχή ούτε σώμα

κι όποια τολμήσει να μιλά, της κλείνουνε το στόμα.

 

Ούτε για γκιχ, ούτε για μιχ, δικαίωμα δεν έχουν,

μονάχα να γεννούν παιδιά, αγάντα, όσο αντέχουν.

 

Αυτά ειν’ αλήθεια, φίλοι μου, κανείς δεν αμφιβάλει,

τώρα ο Θεός στο Αφγανιστάν, το χέρι του να βάλει.

 

Που πήρανε οι Ταλιμπάν, ξανά την εξουσία

και κλαίνε και οδύρονται, κάποιοι με υποκρισία.

 

Δεν κλαίνε γιατί χάσανε, πλούσια ορυχεία,

μα, για τα δικαιώματα, κλαίνε τα…γυναικεία.

 

Κλαίνε γιατί οι Ταλιμπάν, θα σπέρνουν παπαρούνες

κι από τη στεναχώρια τους…κρεμάσαν τις μουτσούνες.

 

Μα στην ουσία χαίρονται κι άσε τι τιτιβίζουν,

γιατί θα έχουνε φτηνό, όπιο να καπνίζουν.

 

Έτσι, αυτός ο Αύγουστος, του δύο εικοσιένα,

είχε νέα ευχάριστα, αλλά και ταραγμένα.

 

Τα νέα τα δυσάρεστα, φωτιές και Ταλιμπάνοι,

ζωή και βιός ο άνθρωπος, σε μια στιγμή να χάνει.

 

Από την άλλη ο τουρισμός, με φουλ τις παραλίες,

να λιάζονται σαν τις θεές, πολλές…Ραχήλ και Λείες.

 

Μα τώρα ας τις ξεχάσουμε, τις όμορφες εικόνες,

ας φύγουν απ’ τα μάτια μας…Κύκλωπες και γοργόνες,

μας φέρνει ο Σεπτέμβριος, καρέκλες με βελόνες.

 

Και πρώτα, πρώτα ο ΕΝΦΙΑ, θα έρθει η πρώτη δόση

κι όποιος δεν έχει ακίνητα, αυτός θα τη γλιτώσει.

 

Οι άλλοι στη λυπητερή, γνωστή μας… παρτιτούρα

μην τύχει και χολιάσουμε, τον Χρήστο τον Σταϊκούρα!