γράφει ο 

Ευριπίδης Ταρασίδης 

 

Αυτές οι κακοήθειες σβήστηκαν και γράφτηκαν πάνω από πέντε φορές. 

Λίγο η επικαιρότητα, λίγο η πίεση της καθημερινότητας, λίγο ο τρόπος που κάθε φορά επέλεγα να σταθώ απέναντι στα γεγονότα, δυσχέραιναν τη δουλειά μου. 

Τελικώς, αποφάσισα ότι ο τίτλος ήταν η καταλληλότερη αφορμή για να πω κάποια πράγματα με το όνομά τους.

Ο Βασιλικός, λοιπόν-ο Βασίλης- και οι γλάστρες.

 

Ξεκινάμε από τα απλά. 

 

Στην αστική δημοκρατία, σ’ αυτό το καθεστώς με τα χιλιάδες στραβά και τα εκατομμύρια καλά, υπάρχει κάτι που λέγεται δικαιοσύνη. Όχι γενικά και αόριστα, αλλά ειδικά και συγκεκριμένα. Υπάρχουν, δηλαδή, όλες εκείνες οι δομές οι οποίες, αν και αργοκίνητες και, πολλές φορές, τυφλές αποφασίζουν για ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής του πολίτη.

 

Η ελληνική δικαιοσύνη, λοιπόν, πριν από σχεδόν 20 χρόνια, αποφάσισε να καταδικάσει με ποινή 11 φορές ισόβια κάθειρξης τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Ορθώς, αν θέλετε και τη δική μου γνώμη. Ορθότατα, ακόμα καλύτερα.

 

Ουδέποτε συμπάθησα τους αυτόκλητους σωτήρες, του Μεσσίες-επαναστάτες. Ουδέποτε θεώρησα ως κοινωνικά χρήσιμη την τρομοκρατία, το παγιωμένο αίσθημα του φόβου, την πεφωτισμένη καθοδήγηση. Ουδέποτε θεώρησα ως δημοκρατικό και ελεύθερο να αποφασίζει μία κάστα ανθρώπων ότι ο θάνατος ενός άλλου ανθρώπου, στο πλαίσιο μιας ειρηνικής συνθήκης, είναι επαναστατική πράξη. 

 

Βλακώδης και άχρηστη είναι. 

Τέλος.

 

Όμως, η δική μου θέση και άποψη ουδόλως ενδιαφέρει την ελληνική δικαιοσύνη, η οποία χρησιμοποιώντας τα δικά της εργαλεία, καταδίκασε τον Κουφοντίνα ως ποινικό, αρνούμενη να κάνει δεκτή τη θέση της υπεράσπισής του για αντιμετώπιση του ως πολιτικά διωκόμενου. 

 

Ο Κουφοντίνας, λοιπόν, από τη στιγμή που στερήθηκε το σημαντικότερο αγαθό σε μία δημοκρατία, την ελευθερία του, αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τους νόμους, τη διεθνή πρακτική, τα δικαιώματα του ανθρώπου, το κοινό περί δικαίου αίσθημα, και ό,τι άλλο θέλετε, ως κρατούμενος, με ίσα δικαιώματα με τους υπόλοιπους κρατούμενους.

 

Η εμπλοκή του σημερινού Υπουργείου στη μεταγωγή του και η εκδικητή του στάση, με την οποία παραβιάζεται ο νόμος τον οποίο η ίδια η κυβέρνηση εισηγήθηκε και ψήφισε, δικαιώνει την πολιτική αγωγή, η οποία έδωσε μάχη να θεωρηθεί ο Κουφοντίνας ως πολιτικός κρατούμενος.

 

Εν πάση περιπτώσει, ο κάθε κρατούμενος, από εκείνον που χρωστούσε στο ΙΚΑ μέχρι έναν κατά συρροή δολοφόνο έχει δικαιώματα. Αυτή είναι η δημοκρατία και σε όποιον αρέσει.

 

Και φυσικά, αυτό δεν αρέσει στον Μπάμπη τον Δράκο και στην Φωτεινή την Κόγια και σε άλλους, που δημόσια εξέφρασαν μία ακραία θέση εξόντωσης ενός ανθρώπου.

 

Οι οποίοι, όλη την προηγούμενη εβδομάδα έβγαζαν τα δικά τους αυθαίρετα συμπεράσματα, ερμήνευαν κατά το δοκούν το νόμο, έβγαζαν όλο τους το αντισύριζα άχτι, αρνούμενοι να κατανοήσουν ότι η δημοκρατία δεν εκδικείται. 

 

Η δημοκρατία σωφρονίζει και παρέχει τα δικαιώματα που ορίζονται από τους νόμους και τις διεθνείς συμβάσεις, ακόμα και στους αμετανόητους. 

 

Το γεγονός ότι ο Κουφοντίνας είναι δολοφόνος δεν του στερεί το δικαίωμα στην τροφή, σε ένα κελί με ανθρώπινες συνθήκες, σε πρόσβαση στη γνώση, στην πληροφορία κτλ.

 

Αν ο κ. Δρακος και η κ. Κόγια θέλουν φυλακές-κολαστήρια τα οποία θα μοιάζουν με την αιώνια καταδίκη, ας το δηλώσουν δημόσια, για να ξέρουμε με ποιους έχουμε να κάνουμε.

 

Δηλαδή, τι ακριβώς θα ήθελαν; Να πεθάνει; 

 

Το ξαναγράφω: η μετάνοια δεν είναι προϋπόθεση κατοχύρωσης δικαιωμάτων.

Και επειδή, εκ του πονηρού μπαίνει στη συζήτηση ο Κασιδιάρης ή ο Ρουπακιάς, θα το γράψω καθαρά: έχουν και εκείνοι ίσα δικαιώματα. Κατανοητό;

 

Πάμε στα δικά μας. 

 

Ο Βασίλης Βασιλικός έκανε μία ξεκάθαρη δήλωση. Ούτε δυσνόητη ήταν, ούτε κακογραμμένη, ούτε διφορούμενη.

 

Είπε ότι μία δημοκρατία (εν προκειμένω η δική μας) δεν έχει δικαίωμα να παρακάμπτει τους δικούς της νόμους και να εκδικείται.

 

Ακόμα και τον χειρότερο δολοφόνο.

 

Αυτή είναι η ανωτερότητα της σε σχέση με άλλα συστήματα.

 

Η εμμονή, ο πολιτικός κουτσαβακισμός της τοπικής ΝΟΔΕ, η άγνοια της εμβέλειας του Βασιλικού, η αδιαφορία για το κακό πρόσωπο της πόλης προς τα έξω, η κουτοπονηριά, η κομματική υστεροβουλία τούς οδήγησαν στη διάπραξη ενός από τα σοβαρότερα αδικήματα της δημοκρατίας: τη φίμωση και την τιμωρία της διαφορετικής άποψης.

 

Γιατί, ακόμα και αν ο Βασιλικός υπερασπιζόταν τον Κουφοντίνα (κάτι που ΔΕΝ έκανε) θα ήταν ανυπόφορη κάθε συζήτηση «αποκαθήλωσης» του, εν είδει τιμωρίας. 

 

Αλήθεια, από πότε ένα τοπικό συμβούλιο δικάζει; 

 

Από πότε ένας φωνακλάς ιδιοκτήτης μέσου απαιτεί την τιμωρία του οποιουδήποτε επειδή δεν του αρέσει η άποψη του;

 

Από πότε μία πρώην αστυνομικός, δεξιά αναντάμ παπαντάμ, αιρετή, βρίσκει το θάρρος να δείξει τόσο θράσος για να αλλάξει το όνομα της δημοτικής μας βιβλιοθήκης, η οποία φέρει το όνομα ενός τεράστιου Έλληνα, ενός τεράστιου Καβαλιώτη;

 

Θα σας πω. 

Από τότε που ο δύσμοιρος ο Βασιλικός έγινε βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Από τότε.

Γιατί, αγαπητοί και αγαπητές, ουδόλως απασχολεί τον κ. Δράκο και την κ. Κόγια, τον κ. Μούτλια και την κ. Ιωσηφίδου και όλους όσους βρήκαν στασίδι στα τοπικά πρωινάδικα, η δήλωση ενός Καβαλιώτη λογοτέχνη για τον Κουφοντίνα.

 

Τους ενδιαφέρει να χτυπήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ.

Τελεία και παύλα.

 

Αν ο Βασιλικός ήταν, απλά, ένας λογοτέχνης, δεν θα άνοιγε ρουθούνι. 

 

Σ’ αυτό συνηγορεί και η τελευταία ανακοίνωση της τοπικής ΝΟΔΕ.

Όμως, δεν αντιλαμβάνονται ότι ο Βασιλικός είναι παγκόσμιος. 

 

Είναι πρώτα απ’ όλα ο Βασιλικός και πολύ πολύ μετά ένας βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Και μόνο το Ζ να έγραφε θα συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους σπουδαιότερους Έλληνες λογοτέχνες όλων των εποχών.

 

Για να αντιληφθεί και ο τελευταίος κακοπροαίρετος το μέγεθος του Βασιλικού, ας θυμίσω ότι η ταινία που στηρίχθηκε στο βιβλίο του (το οποίο μοιάζει να έχει τρομακτικές ομοιότητες με τη σημερινή εποχή), σε σκηνοθεσία ενός άλλου τεράστιου Έλληνα, του Κώστα Γαβρά ήταν υποψήφια για 5 Όσκαρ, κέρδισε τα 2, είχε 3 υποψηφιότητες στις Κάννες (κέρδισε τις 2), ενώ είναι μέσα σε πολλές λίστες με τις καλύτερες μη αγγλόφωνες ταινίες όλων των εποχών. 

 

Αυτόν θα αποκαθήλωναν οι συντηρητικοί κύκλοι της πόλης.

 

Μόνο που δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί ότι στην ιστορία της πόλης και της ανθρωπότητας, ο Βασιλικός θα ποτίζεται πάντα. Εκείνοι, όπως και εμείς, θα παραμείνουμε, στην καλύτερη, γλάστρες.