γράφει ο

Βασίλης Μυλωνάς

 

Γυναίκα, θέλω σήμερα, πάλι να μαγειρέψεις,

αλλά μιά χάρη σού ζητώ, να μού την επιτρέψεις!

 

Το φαγητό, με μαστοριά, θα ’θελα να μού φτιάξεις,

μην είναι από γεωργό, αυτό θέλω να ψάξεις!

 

Ούτε να είν’ από ψαρά, ούτ’ από κτηνοτρόφο,

ούτε από τις μέλισσες, λοιπόν, να βρεις τον τρόπο!

 

Γιατί μ’ αγανακτήσανε, όλοι αυτές τις μέρες,

κάνουν συλλαλητήρια και είν’ όλο φοβέρες!

 

Βγαίνουνε κακομούτσουνοι με τρομερά τρακτέρια

κι εμείς τους καμαρώνουμε, με σταυρωμένα χέρια!

 

Και λένε, αν δε δουλέψουνε, αυτοί οι…πεινασμένοι,

όλοι εμείς οι υπόλοιποι, την έχουμε βαμμένη!

 

Εμπρός, λοιπόν, κυρούλα μου, δείξ’ τους με τη σειρά μας,

πως…είμαστ’ αυτοκέφαλοι, δεν τρέμουν τ’ άντερά μας!

 

Βρέσ’ μου, λοιπόν, το φαγητό, μαγείρισσά μου πρώτη,

που να μην είν’ από ψαρά, ούτε από αγρότη!

 

Τι λες, καλέ αντρούλη μου, τα φαγητά για εμένα,

είν’ από χρόνια έτοιμα, προβλήματα λυμένα!

 

Ένθα απ’ Έδρα γεωργοί, έξω κι εσείς ψαράδες,

μας έχει δώσει ο Θεός, ρύζια, μακαρονάδες!

 

Σήμερα θα σού φτιάξω εγώ, νόστιμη φασολάδα

και ας πνιγούν οι γεωργοί, σε όλη την Ελλάδα!

 

Τι λες, βρε γυναικούλα μου, δεν έχεις διόλου γνώση;

Φασόλια γίνονται ποτέ, ο αγρότης αν δεν ιδρώσει;

 

Α, τότε, άντρα μου καλέ, εγώ έχω άλλη λύση,

τα μακαρόνια τα στριφτά, που είν’ από τη φύση!

 

Γυναίκα, τι ’ν αυτά που λες, αυτά είν’ από σιτάρι,

τα μακαρόνια γίνονται, στου γεωργού τη χάρη!

 

Τότε, θα φτιάξω, αφεντικό, κοτόπουλο κονσέρβα,

την έχω στο ντουλάπι μας, γι’ ανάγκη και ρεζέρβα!

 

Χα, χα, χα, τρίτο πέναλτι, κυρά μου έχεις κάνει,

αν δε δουλέψει ο γεωργός, άδειο θα ’χεις καζάνι!

 

Ε, άντρα, είσαι δύσκολος, έχω δυο τρεις πανσέτες,

τις έχω στην κατάψυξη, θα σού τις κάνω φέτες!

 

Κυρούλα μου, βάλε μυαλό και πάλι άκουσέ με,

μη με δουλεύεις και εσύ, στη σκάση μου άφησέ με!

 

Δε θέλω από γεωργούς, ούτε από ψαράδες

και ξέχασέ τα, το λοιπόν, ψάρια και φασολάδες!

 

Ε, τότε, άντρα μου σοφέ, βρες μόνος τη λύση,

ζήσε στα άγρια βουνά, μονάχος σου στη φύση!

 

Γιατί εδώ μες στα χωριά και μες στις πολιτείες,

αν δε δουλέψει ο γεωργός, θα ’χουμε ιστορίες!

 

Και αν δεν πάει ο ψαράς, τον κώλο του να βρέξει,

για εμάς τους άλλους όλους μας, μέρα άσπρη δε θα φέξει!

 

Και ο τσομπάνης στα βουνά, τα ρούχα του αν δε σκίσει,

για όλους τους υπόλοιπούς, δεν βοηθάει η φύση!

 

Η γη μας είναι ικανή, μα θέλει άξια χέρια

κι αν δε δουλέψει ο γεωργός, άντρα…κακά χαμπέρια!

 

Δε θα ’χουμε ούτε φαγητό, ούτε και να ντυθούμε,

ξεβράκωτοι και νηστικοί, όλοι θα τριγυρνούμε!

 

Τι λες, βρε γυναικούλα μου; Εσύ είσαι ξεφτέρι,

τρέχω κι εγώ να ανεβώ, πάνω σ’ ένα τρακτέρι!

 

Και να φωνάξω σε υπουργούς, μα και στους βουλευτάδες,

αυτοί είναι και ακούστε τους, οι πρώτοι δουλευτάδες!